Η ναυτιλία, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η αντιμονοπωλιακή νομοθεσία
Η ΕΕ καλεί τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν παρατηρήσεις σχετικά με τις επιδόσεις της απαλλαγής για τις κοινοπραξίες τακτικών γραμμών
|> Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε πρόσκληση υποβολής στοιχείων για την υποβολή παρατηρήσεων σχετικά με τις επιδόσεις του νομικού πλαισίου της ΕΕ, το οποίο απαλλάσσει τις κοινοπραξίες ναυτιλιακών εταιρειών τακτικών γραμμών από τους αντιμονοπωλιακούς κανόνες της ΕΕ (κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία για τις κοινοπραξίες).
Συγκεκριμένα η ΕΕ απέστειλε επίσης στοχευμένα ερωτηματολόγια σε ενδιαφερόμενα μέρη στην εφοδιαστική αλυσίδα ναυτιλιακών εταιρειών τακτικών γραμμών θαλάσσιων μεταφορών (δηλ. μεταφορείς, φορτωτές και πράκτορες μεταφορών, φορείς εκμετάλλευσης λιμένων και τερματικών σταθμών) σχετικά με τον αντίκτυπο που έχουν στις δραστηριότητές τους, από το 2020, οι κοινοπραξίες μεταξύ ναυτιλιακών εταιρειών τακτικών γραμμών, καθώς και ο κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία για τις κοινοπραξίες.
> Τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να υποβάλουν παρατηρήσεις για οκτώ εβδομάδες, έως τις 3 Οκτωβρίου 2022.
Η αξιολόγηση
Οι αντιμονοπωλιακοί κανόνες της ΕΕ απαγορεύουν εν γένει τις συμφωνίες μεταξύ εταιρειών που περιορίζουν τον ανταγωνισμό. Ωστόσο, ο κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία για τις κοινοπραξίες επιτρέπει, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, σε ναυτιλιακές εταιρείες τακτικών γραμμών με συνολικό μερίδιο αγοράς κάτω του 30 % να συνάπτουν συμφωνίες συνεργασίας για την παροχή κοινών υπηρεσιών μεταφοράς φορτίου, γνωστές και ως «κοινοπραξίες».
Ο κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία για τις κοινοπραξίες πρόκειται να λήξει στις 25 Απριλίου 2024. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή πρέπει να διενεργήσει αξιολόγηση του κανονισμού απαλλαγής κατά κατηγορία για τις κοινοπραξίες σχετικά με τον τρόπο που έχει λειτουργήσει από το 2020.
Η πρόσκληση υποβολής στοιχείων και τα στοχευμένα ερωτηματολόγια αποτελούν μέρος της αξιολόγησης του κανονισμού απαλλαγής κατά κατηγορία για τις κοινοπραξίες. Οι παρατηρήσεις που θα συλλέξει η Επιτροπή θα συμπληρώσουν τα στοιχεία που έχει συλλέξει στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων της όσον αφορά την τομεακή παρακολούθηση. Κατά την τελευταία διετία, η Επιτροπή είχε τακτικές επαφές με συμμετέχοντες στην αγορά, όπως φορτωτές, πράκτορες μεταφορών και μεταφορείς, καθώς και με τις αρχές ανταγωνισμού και τις ρυθμιστικές αρχές στην Ευρώπη, τις ΗΠΑ και άλλες δικαιοδοσίες, σχετικά με τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο ναυτιλιακός τομέας. Τον Δεκέμβριο του 2021, στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων της όσον αφορά την τομεακή παρακολούθηση, η Επιτροπή κίνησε επίσης διερευνητική διαδικασία, αποστέλλοντας ερωτηματολόγια σε μεταφορείς που δραστηριοποιούνται στον τομέα των εμπορικών συναλλαγών από και προς την ΕΕ, για τη συλλογή πληροφοριών σχετικά με την αγορά, ιδίως όσον αφορά τις επιπτώσεις της πανδημίας του κορωνοϊού στις δραστηριότητές τους και στην εφοδιαστική αλυσίδα θαλάσσιων μεταφορών.
Επόμενα βήματα
Τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους στο πλαίσιο της διαδικασίας πρόσκλησης υποβολής στοιχείων και τις απαντήσεις τους στα στοχευμένα ερωτηματολόγια έως τις 3 Οκτωβρίου 2022.
Η αξιολόγηση θα βοηθήσει την Επιτροπή να αποφασίσει αν η ισχύς του κανονισμού απαλλαγής κατά κατηγορία για τις κοινοπραξίες θα πρέπει να λήξει ή να παραταθεί και πάλι, με ή χωρίς τροποποιήσεις. Η Επιτροπή θα συνοψίσει τα αποτελέσματα της αξιολόγησης σε έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της που προβλέπεται να δημοσιευθεί το τελευταίο τρίμηνο του 2022.
>>> Όλες οι λεπτομέρειες σχετικά με την αξιολόγηση είναι διαθέσιμες ΕΔΩ.
Ιστορικό
Οι υπηρεσίες τακτικών γραμμών θαλάσσιων μεταφορών περιλαμβάνουν την παροχή τακτικών, προγραμματισμένων θαλάσσιων μεταφορών μη χύδην φορτίων (η συντριπτική πλειονότητα με εμπορευματοκιβώτια) σε συγκεκριμένη διαδρομή. Παίζουν ουσιαστικό ρόλο στις εμπορικές συναλλαγές της ΕΕ και στην οικονομία της ΕΕ συνολικά. Χρειάζονται σημαντικά επίπεδα επενδύσεων και, ως εκ τούτου, παρέχονται σε τακτική βάση από διαφορετικές ναυτιλιακές εταιρείες που συνεργάζονται στο πλαίσιο κοινοπραξιών.
Το άρθρο 101 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: ΣΛΕΕ) απαγορεύει συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων που περιορίζουν τον ανταγωνισμό. Ωστόσο, δυνάμει του άρθρου 101 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ, οι εν λόγω συμφωνίες είναι δυνατό να κηρύσσονται συμβατές με την εσωτερική αγορά, εφόσον συμβάλλουν στη βελτίωση της παραγωγής ή της διανομής των προϊόντων ή στην προώθηση της τεχνικής ή οικονομικής προόδου, εξασφαλίζοντας συγχρόνως στους καταναλωτές εύλογο μερίδιο του οφέλους που προκύπτει, δίχως να εξαλείφεται ο ανταγωνισμός.
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 246/2009 του Συμβουλίου προβλέπει ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 101 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ, η Επιτροπή μπορεί να απαλλάσσει τις κοινοπραξίες από την εφαρμογή του άρθρου 101 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ για χρονική περίοδο που περιορίζεται σε πέντε έτη, με δυνατότητα παράτασης. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή εξέδωσε το 2009 τον κανονισμό απαλλαγής κατά κατηγορία για τις κοινοπραξίες [κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 906/2009 της Επιτροπής], ο οποίος καθορίζει τους ειδικούς όρους για την εν λόγω απαλλαγή. Οι όροι αυτοί αποσκοπούν, ιδίως, στο να εξασφαλιστεί για τους καταναλωτές εύλογο μερίδιο από τα τυχόν οφέλη.
Η Επιτροπή παρέτεινε την ισχύ του κανονισμού απαλλαγής κατά κατηγορία για τις κοινοπραξίες το 2014 και το 2020. Η παράταση το 2020 αποφασίστηκε γιατί από την αξιολόγηση προέκυψε ότι, παρά τις εξελίξεις στην αγορά (αυξημένη ενοποίηση, συγκέντρωση, τεχνολογική αλλαγή, αύξηση του μεγέθους των σκαφών), ο κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία για τις κοινοπραξίες εξακολουθούσε να είναι κατάλληλος για τον επιδιωκόμενο σκοπό, σύμφωνα με την προσέγγιση της Επιτροπής για τη βελτίωση της νομοθεσίας όσον αφορά τη χάραξη πολιτικής, και επιτύγχανε τους στόχους του. Επιπλέον, οι συμφωνίες κοινοπραξιών που πληρούσαν τις προϋποθέσεις του κανονισμού απαλλαγής κατά κατηγορία για τις κοινοπραξίες εξακολούθησαν να πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 101 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ. Ειδικότερα, η Επιτροπή είχε διαπιστώσει ότι ο κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία για τις κοινοπραξίες είχε ως αποτέλεσμα τη βελτίωση της αποδοτικότητας για τους μεταφορείς, που μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν καλύτερα τη χωρητικότητα των σκαφών και να προσφέρουν περισσότερες συνδέσεις. Η απαλλαγή ίσχυε μόνο για κοινοπραξίες με μερίδιο αγοράς που δεν υπερέβαινε το 30 %, των οποίων τα μέλη ήταν ελεύθερα να καθορίζουν ανεξάρτητα τις τιμές. Στο πλαίσιο αυτό, η εν λόγω βελτίωση της αποδοτικότητας είχε ως αποτέλεσμα χαμηλότερες τιμές και καλύτερη ποιότητα υπηρεσιών για τους καταναλωτές. Συγκεκριμένα, από την αξιολόγηση προέκυψε ότι τα τελευταία έτη τόσο το κόστος για τους μεταφορείς όσο και οι τιμές για τους πελάτες ανά μονάδα ισοδύναμη των είκοσι ποδών (TEU) είχαν μειωθεί κατά περίπου 30 %, ενώ η ποιότητα των υπηρεσιών είχε παραμείνει σταθερή. Η παράταση περιορίστηκε σε τέσσερα έτη, σε σύγκριση με την παραδοσιακή πενταετή διάρκεια του κανονισμού απαλλαγής κατά κατηγορία για τις κοινοπραξίες, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα ταχύτερης αντίδρασης σε περίπτωση ενδεχόμενων αλλαγών στις συνθήκες της αγοράς.