Ζητείται κτήριο για τις υπηρεσίες των Περιφερειακών Ενοτήτων Πειραιά και Νήσων
Από 7.600 έως 9.000 τμ
Με γνώμονα την καλύτερη εξυπηρέτηση του κοινού και τη βελτιστοποίηση της απόδοσης των υπηρεσιών, άρχισε η διαδικασία για τη διενέργεια μειοδοτικής δημοπρασίας μίσθωσης ακινήτου για τη στέγαση των υπηρεσιών των Περιφερειακών Ενοτήτων Πειραιά και Νήσων.
Η διακήρυξη δημοσιεύτηκε στις 29/8/2016 και οι προσφορές εκδήλωσης ενδιαφέροντος θα κατατεθούν έως τις 19/9. Όσες γίνουν αποδεκτές θα συμμετέχουν στη β΄ φάση, δηλαδή στη δημοπρασία ενώπιον της Οικονομικής Επιτροπής της Περιφέρειας Αττικής.
Το νέο κτήριο, πρέπει να είναι σύγχρονης κατασκευής, να πληροί όλες τις προβλεπόμενες απαιτήσεις του κτηριοδομικού και πολεοδομικού κανονισμού και να έχει επιφάνεια μεταξύ 7.600 και 9.000 τ.μ., ώστε να μπορεί να στεγάσει το σύνολο των υπηρεσιών των δύο Περιφερειακών Ενοτήτων, που στελεχώνονται από περίπου 300 υπαλλήλους.
Για την καλύτερη εξυπηρέτηση των πολιτών και των εργαζόμενων το κτήριο πρέπει να βρίσκεται σε κεντρική θέση στον Πειραιά, σε μικρή απόσταση από σταθμούς μέσων μαζικής μεταφοράς και ιδιαίτερα του μετρό.
Να σημειωθεί ότι υπηρεσίες των δύο Περιφερειακών Ενοτήτων στεγάζονται σε 10 διαφορετικά κτήρια, που εμφανίζουν παλαιότητα, δεν έχουν συντηρηθεί πρόσφατα και τα περισσότερα δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες ενός δημόσιου κτηρίου.
Αποτέλεσμα είναι να καθίσταται προβληματική η συνεργασία μεταξύ των υπηρεσιών, να ταλαιπωρούνται οι συναλλασσόμενοι, οι υπάλληλοι να εργάζονται πολλές φορές κάτω από άσχημες συνθήκες και να υπάρχει μεγάλη σπατάλη σε λειτουργικά έξοδα και μισθώματα.
Ο αντιπεριφερειάρχης Πειραιά Γ. Γαβρίλης, εξέφρασε την αισιοδοξία του, ότι θα υπάρξει θετική έκβαση στο διαγωνισμό και θα καταστεί εφικτή η μεταστέγαση όλων των υπηρεσιών σε ένα σύγχρονο, ασφαλές, λειτουργικό κτήριο που θα αποτελέσει ταυτόχρονα ένα ισχυρό σημείο αναφοράς για την ευρύτερη περιοχή του Πειραιά.
Η διασφάλιση υψηλού επιπέδου συνθηκών εργασίας για τους υπαλλήλους, η εύκολη πρόσβαση και η διεκπεραίωση των υποθέσεων των πολιτών σε μία στάση, αποτελεί υποχρέωση της διοίκησης, αλλά και πραγματική ανάγκη στο πλαίσιο ενός νέου ολοκληρωμένου σχεδιασμού της δομής και της ποιοτικής λειτουργίας των υπηρεσιών.