Μετά από 78 χρόνια, πώς τα καταφέραμε έτσι…
Από τους σαλταδόρους της Κατοχής για μια κουραμάνα, στους “σαλταδόρους” της δημόσιας ζωής
|> Η Επέτειος της 28ης Οκτωβρίου, 78 χρόνια μετά τις χρυσές σελίδες της, βρίσκει και εφέτος τα ελληνικά νιάτα πικραμένα και απογοητευμένα – τουλάχιστον. Παρά τους τόσους και τόσους αγώνες των νεολαιών όλων των εποχών, ακόμη δεν είδαμε να βρίσκουν αντίκρισμα τα αιτήματα και τα μηνύματα.
Λόγια από τη μία, «θα» από την άλλη και ο μαθητής, ο σπουδαστής, ο φοιτητής και ο νέος του μόχθου να γίνονται «υπομόχλια» και «εφαλτήρια» για τον κάθε βολεμένο της καθεστηκυίας τάξης. Και να ‘χουμε μία εκπαίδευση που ούτε καν να ντρέπεται για την κατάντια της. Από την άλλη η εργασία να αποτελεί… προνόμιο! Κατά τα άλλα, υποσχέσεις με τη «σέσουλα» και τα πάντα στο «χύμα».
Η 28η Οκτωβρίου δεν είναι μόνον Εθνική Επέτειος, αλλά και η μεγαλύτερη γιορτή για τα ελληνικά νιάτα. Για εκείνα τα παλικάρια που έδωσαν τον ηρωϊκό αγώνα τους κατά των κατακτητών και πότισαν με το αίμα τους το δένδρο της λευτεριάς. Εκείνα τα νιάτα του αλβανικού μετώπου, των οχυρών του Ρούπελ και της Εθνικής Αντίστασης, ήταν τα ίδια νιάτα με εκείνα του 1-1-4, της Νομικής, του Χημείου, του Πολυτεχνείου και του σήμερα. Τα ίδια νιάτα με τα σημερινά, που δίνουν τον αγώνα τους για ένα καλύτερο αύριο, έτσι μόνα τους και περιφρονημένα.
Να βλέπουν τον ενθουσιασμό και την επαναστατικότητά τους, να γίνονται προϊόντα άγριας εκμετάλλευσης, από τον κάθε οπορτουνιστή πολιτικάντη, από τον κάθε εκ του ασφαλούς «επαναστάτη», από τον κάθε δήθεν «αγωνιστή» κι από τον κάθε «προοδευτικό» πλουτοκράτη. Απ’ όλους αυτούς τους καλοβολεμένους και μερικές φορές, γιατί όχι, «υποπροϊόντα» της δημόσιας ζωής.
Οι σαλταδόροι και οι γαβριάδες, με τους πιτσιρικάδες σαμποτέρ και τα άλλα παιδιά της Κατοχής, που μέσα από την ορφάνια, την πείνα και την κακουχία τους πέρασαν στην ιστορία, δεν ήταν τα παιδιά ενός ανώτερου Έλληνα. Οι «ξυπόλυτες ταξιαρχίες», υπάρχουν και σήμερα! Φωλιάζουν μέσ’ στις πικραμένες καρδιές των σημερινών παιδιών που επιμένουν να απαιτούν «Μόρφωση – Ψωμί – Δουλειά»! Αυτά τα τρία «συστατικά» της ζωής, που άλλοι τα θεωρούν… ρομαντικά και πεπαλαιωμένα και άλλοι στηρίζουν σε αυτά τις καριέρες τους…
Αν θέλουμε να μιλάμε με ειλικρίνεια, η προσφορά της γενιάς του 1-1-4 και του Πολυτεχνείου, στη σημερινή νεολαία είναι για ορισμένους από μηδαμινή έως και σε μερικές περιπτώσεις εγκληματική. Μηδαμινή, διότι για «Μόρφωση» της προσφέρουμε «χαρτιά» χωρίς αντίκρισμα. Για «Ψωμί» της δίνουμε «φαρμάκι». Και για «Δουλειά» της παρέχουμε την ανεργία, την ημιαπασχόληση, την έλλειψη ασφάλισης και για τους προνομιούχους κάποια 500-600 ευρώ! Είναι και εγκληματική, επειδή αφήνουμε τους νέους «άοπλους» και ευάλωτους, σε κάθε πονηρό «έμπορο» ιδεολογιών, φιλοσοφιών και ουσιών. Γιατί τούς προσφέρουμε μία κοινωνία σαθρή πέρα για πέρα. Εντελώς άδεια από αξίες και ιδανικά και γεμάτη από μετριότητες και «μοντερνισμούς».
Μια κοινωνία, όπου βασιλεύει η αυθαιρεσία, η οποία βιάζει ασυστόλως τη Γλώσσα, δημιουργεί, καμιά φορά ανιστόρητους… συνωστισμούς και παράγει αντεθνικούς παροξυσμούς. Μία κοινωνία, όπου πρυτανεύουν το «μπαξίσι» και το «φακελάκι». Μία κοινωνία που αφήνει ανυπεράσπιστους τούς πολίτες της σε κάθε χαμηλό θέαμα-ακρόαμα και σε κάθε απόπειρα προσβολής της νοημοσύνης, ή και της αισθητικής τους. Και κάποιοι έχουν το θράσος να κατηγορούν αυτά τα νιάτα. Αυτά τα παιδιά, που έτσι και τα «ψάξει» κανείς, θα δει ότι πρόκειται για την πιο γενναία γενιά Ελλήνων, καθώς δίνουν τις μάχες τους εντελώς μόνα και κάνουν τους αγώνες τους έχοντας απέναντί τους μία Λερναία Ύδρα με χίλια κεφάλια κάθε μορφής.
Από το Έπος του ’40 έχουν περάσει 78 ολόκληρα χρόνια. Εκείνο το «ΟΧΙ», έμελλε να είναι μακράς διαρκείας. Και οι παραλήπτες του να είναι πάντα «ζόμπι». Ανθρωποειδή ορισμένοι και «μαϊμούδες» κάποιοι άλλοι, φερέφωνα και «παπαγάλοι». Άλλοι με τη μάσκα του «πατριώτη» να θωπεύουν τις εξουσίες και άλλοι με τον μανδύα του «αγωνιστή» να φλερτάρουν με ό,τι το φασιστικό και αυθαίρετο μάς διοχετεύει η σαθρή κοινωνία του «ωχαδερφισμού» και του «ετσιθελισμού», του τηλεοπτικού ολοκληρωτισμού, του πολιτισμικού «βαρομετρικού χαμηλού», της αφασίας και της αφίσσας.
Αυτή η Ελλαδίτσα της κοροϊδίας, της παραπλάνησης και του αποπροσανατολισμού, δεν είναι η Πατρίδα των τόσων και τόσων παλικαριών, που θυσίασαν τη ζωή τους στα αλβανικά βουνά. Για μια άλλη Πατρίδα θυσιάστηκαν. Για μία Πατρίδα, που δυστυχώς υπάρχει μόνον επί… χάρτου, δεν ξεχωρίζει τα παιδιά της και την λένε Ελλάδα!
«Για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολλή» – τόση που αυτά τα 78 χρόνια, δείχνουν πολύ λίγα. Δυστυχώς…
Άραγε, μέχρι πότε αυτός ο λαός θα πίνει τις ρακές του στριμωγμένος και παραγκωνισμένος και μέχρι πότε αυτή η νεολαία θα ρίχνει τις ροκές της, υπό την σκιά της ανεργίας, της στέρησης και της αφραγκίας; Άντε να τους πεις τώρα ότι η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα του κόσμου, που έννοιες όπως η Πατρίδα και η Σημαία, έχουν αφεθεί έρμαια στα νύχια της ακροδεξιάς. Πώς τα καταφέραμε έτσι…
Εδώ, θα πει κανείς, ότι θεωρείται ως «επαναστατική πράξη» η κατάληψη των σχολείων – η κλασσική ναζιστική συνταγή! Όπως τότε δηλαδή, που τα γερμανικά στρατεύματα Κατοχής κατελάμβαναν και έκλειναν τα ελληνικά σχολεία και η Εθνική Αντίσταση οργάνωνε τα κρυφά σχολεία! Πώς τα καταφέραμε έτσι…
Τότε, όμως, είχαμε τους θρυλικούς σαλταδόρους, που έκαναν… καταλήψεις στις καρότσες των γερμανικών φορτηγών για να βουτήξουν καμιά κουραμάνα. Κάθε σάλτο, μπορεί να είχε τα ρίσκα του. Αλλά ήταν μία εκδίκηση κατά της πείνας, της κακουχίας, της ορφάνιας, της στέρησης.
Βέβαια, τότε υπήρχαν αξίες και ιδανικά… Και τώρα; «Για σηκωθείτε να βγούμε στους δρόμους» – έστω και με τα… γοβάκια μας! Πώς τα καταφέραμε έτσι…
>> > Αυτό το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε το 2008 και επαναδημοσιεύτηκε το 2014 στο “Εδώ Αθήναι“. Η μοναδική παρέμβαση που έγινε, είναι η αλλαγή των ετών που πέρασαν από το 1940. Κατά τα άλλα, τα ίδια…