Τύπος Πειραιώς - Ενημέρωση

Έκθεση ζωγραφικής του Γιάννη Μίχα “Από Σκουριά κι Αλμύρα” στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ στις 05/02/2023

Θέματα από προσωπικά βιώματα στα ναυπηγεία, λιμενογραφίες και αιγαιοπελαγίτικα  τοπία – Εγκαίνια ερχόμενη Τετάρτη (7 μμ) και διάρκεια έως τις 18 Φεβρουαρίου

|> Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά φιλοξενεί στο φουαγιέ του -από τις 8 έως τις 18 Φεβρουαρίου- τον εικαστικό Γιάννη Μίχα σε μια ατομική έκθεση ζωγραφικής με τίτλο “Από Σκουριά κι Αλμύρα”. Πρόκειται για μια συλλογή έργων υδατογραφίας και λαδιού που αντλεί θέματα από τα προσωπικά του βιώματα, κοντά τους ανθρώπους των ναυπηγείων και μεγάλο τμήμα της θεματικής του καλύπτεται από όψεις του ελληνικού τοπίου – ιδιαίτερα του αιγαιοπελαγίτικου- καθώς και λιμενογραφίες.

Η έκθεση πραγματοποιείται με την υποστήριξη της Εταιρείας Γραμμάτων και Τεχνών Πειραιά και τα εγκαίνια θα γίνουν την Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου, στις 19:00’. Οι ημέρες και ώρες λειτουργίας της Έκθεσης  είναι: Δευτέρα – Παρασκευή 11:00’ – 14:30’και 17:00’ – 20:00’ και το Σάββατο 11:00’ – 14:30’. Είσοδος ελεύθερη.

Ο Γιάννης Μίχας γεννήθηκε στο Κυριάκι Βοιωτίας το 1954. Έκανε σπουδές Ναυπηγικής και διετέλεσε Νομάρχης Πειραιά (2003-2010), αντιπρόεδρος του Κογκρέσου των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών του Συμβουλίου της Ευρώπης-Council of Europe (2008-2010) και πρόεδρος του ΕΦΕΤ (2011-2012).

Μαθήτευσε κοντά στον μεγάλο Έλληνα ζωγράφο Κώστα Ηλιάδη και έχει παρουσιάσει το έργο του σε πολλές ατομικές και ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Είναι τακτικό μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδας από το 1986. Έργα του υπάρχουν στην Εθνική Πινακοθήκη, στην συλλογή της Alpha Bank, στη Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιά, στη Δημοτική Πινακοθήκη Λιβαδειάς κα ακόμη σε ΟΛΠ, ΓΣΕΕ, ΟΤΟΕ, ΣΕΚ Λευκωσίας και Αμμοχώστου και σε πολλές ιδιωτικές συλλογές.

Εξ άλλου ο Γιάννης Μίχας έχει εκδώσει τα λευκώματα:

  • ‘’Υδατογραφίες’’, με επιλεγμένα έργα υδατογραφίας
  • ‘’Ταξιδεύοντας στην Ελλάδα’’, με επιλογές από έργα του σε παστέλ, λάδι, υδατογραφία, (Ελληνικά, Αγγλικά)
  • ‘’Βίοι Πλοίων’’, με επιλογές από έργα του σε παστέλ και λάδι (Ελληνικά, Αγγλικά)

Το σλάιντ απαιτεί την χρήση JavaScript.

Με φως, χρώμα κι αρμύρα…

Η ιστορικός Τέχνης και Θεωρίας του Πολιτισμού (ΕΚΠΑ) Αθηνά Σχινά, μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Τεχνοκριτικών (EET) και της Association Internationale des Critiques d’ Art (AICA), αναφερόμενη στο εικαστικό έργο του Γιάννη Μίχα:

«Ο Γιάννης Μίχας ζωγραφίζει εδώ κι αρκετά χρόνια, τοπία της θάλασσας, καράβια κι αραξοβόλια. Η ζωή του άλλωστε είναι συνδεδεμένη με τον κόσμο της θάλασσας, με την φυσική και την μεταφορική της αλμύρα. Γι’ αυτό και τα περισσότερα από τα έργα του πηγάζουν από την συγκεκριμένη βιωματική του σχέση, καθώς κι από πάμπολλες μνήμες που έχει το υποσυνείδητό του συγκρατήσει στη διάρκεια των ετών.

Με βάση την ρεαλιστική αναπαράσταση, ο καλλιτέχνης επιχειρεί την ανάπτυξη ενός εικαστικού διαλόγου σχετικού με τις περιπέτειες του φωτός και των αντανακλάσεων. Μέσα από αυτόν τον διάλογο λειτουργεί ταυτόχρονα κι ένας άλλος που αφορά αλληγορικά την ατομικότητα σε συνάρτηση με την συλλογικότητα στον χώρο της εργασίας. Μιας εργασίας, που αφορά γνωστές και άγνωστες σχέσεις από τον κόσμο της θάλασσας.

Συνθετικά, ο Γιάννης Μίχας «κυβίζει» συνήθως τον χώρο του, φανερώνοντας μια εσωτερική δόμηση πεδίου, που λειτουργεί ως ένα είδος κανάβου. Αυτόν τον κάναβο δεν τον παρακολουθεί ωστόσο σταθερά ο ζωγράφος, επειδή δεν υποτάσσεται εγκεφαλικά στις παραμέτρους του.

Αντίθετα, θα έλεγα πως χρησιμοποιεί τους τριγωνισμούς που ανακύπτουν από τις διαγώνιες συναρτήσεις των πολλαπλασίων ή των υποπολλαπλασίων μιας μετρικής μονάδας, όπου αυτοί οι τριγωνισμοί, – διαπλεκόμενοι ο ένας μέσα στον άλλον με την βοήθεια του φωτός,- προσφέρουν στον ζωγράφο το γόνιμο έδαφος της παρείσφρησης του χώρου στην μορφή και της μορφής στον χώρο, σαν εκείνος να την γεννά κι εκείνη να τον εξουσιάζει.

Η συγκεκριμένη οσμωτική σχέση διαπιστώνεται όχι μόνον στα σχήματα, αλλά και στα χρώματα, με κυρίαρχες τις αντανακλάσεις τους στα νερά, στα νέφη του ουρανού και στην αίθρα του αέρα. Ο χρωστήρας του Γιάννη Μίχα αποδίδει μεταπλασμένες τις εντυπώσεις από μια σειρά φυσικών παρατηρήσεων του βλέμματος. Παράλληλα ο καλλιτέχνης αποτυπώνει την αίσθηση από εικόνες που έχει ανακρατήσει η μνήμη του.

Η επαλληλία των δύο παραμέτρων τον οδηγεί στην επιλογή ενός τρόπου συγκερασμένης εκφραστικής διατύπωσης, όπου το στιγμιαίο γεγονός υποβάλλεται ως μνημειώδες κι αντίστροφα. Αντιλαμβάνεται άλλωστε κανείς πως η σταθερότητα κι η ευκρίνεια απεικόνισης της φόρμας μετατρέπεται αναπάντεχα σε μια φευγαλέα και μεταβλητή κατάσταση, υποκείμενη στις αέναες κι απροσδόκητες αλλαγές.

Η χρωματική κλίμακα, στα έργα του Γιάννη Μίχα, βασίζεται κυρίως στις μετεμπρεσσιονιστικές αντιθέσεις και στις εναρμονιζόμενες εξισορροπήσεις των θερμών με τους ψυχρούς τόνους. Τα φαιά, τα σκούρα καφετιά, οι ώχρες, τα πορτοκαλί και τα ρόδινα χρώματα συνομιλούν ρυθμικά και συναισθαντικά με τα μπλε, τα σμαραγδένια και τα γαλάζια ή τις σκοτεινές σέπιες, όπου η εικαστική σύνθεση το απαιτεί.

Η σχεδιαστική γραφή είναι προσηλωτική στις λεπτομέρειες, ενώ ο ρεαλισμός του Γιάννη Μίχα, εντελώς παράδοξα κάποιες φορές, εμβολιάζεται και με υπερρεαλιστικά στοιχεία. Από την άλλη πλευρά, ο κυβισμός του χώρου ανατρέπει σε πολλά σημεία την κλασικίζουσα προοπτική, χωρίς ωστόσο να την ακυρώνει.

Παρατηρώντας τα έργα του ζωγράφου πιο προσεκτικά, αντιλαμβάνεται κανείς ότι τα επίπεδα βάθους αυτών των συνθέσεων συγχωνεύονται με εκείνα της επιφανείας, ενώ οι μνήμες που απελευθερώνονται από την φαντασία διαστέλλουν τον ορίζοντα. Πρόκειται για έναν ψυχοδυναμικό ορίζοντα που «πρισματικά» αποκρυσταλλώνει τις νωπές εντυπώσεις ή τις συγκινησιακά υγρές αναμνήσεις, μετατρέποντάς τις σε ένα είδος διαστρωματώσεων.

Αναφέρομαι σε διαστρωματώσεις ανιχνεύσεων του ορατού, μέσα από τα αποτυπώματα, τις αποσπασματικότητες ή τις υποψίες, μαζί με τα ίχνη και τα σημάδια που αφήνει πίσω του ο καιρός, ως «χειρονομίες» του συλλογικού ασυνειδήτου. Θάλασσες κι ακρογιαλιές, ξωκλήσια και πολιτείες σκαρφαλωμένες στα βράχια συντροφεύονται από άνυδρα αιγαιοπελαγίτικα τοπία, ενώ αλλού μελτέμια και χαλάσματα των εποχών μαρτυρούν ταξίδια σε πλόες μακρινούς, καθώς αυτοί μέσα από τις σιωπές τους διαπλέκουν την ιστορία με τα αρχέτυπα και τα σύμβολα με την γνώριμή μας καθημερινότητα.

Είναι η καθημερινότητα ενός ανθρώπου που ζει και ταυτοχρόνως ονειρεύεται, εξαντικειμενίζοντας άλλοτε μέσα από τις τεχνικές του λαδιού, πότε πάλι με υδατοχρώματα, τα εσωτερικά τοπία της ψυχής. Τα τοπία που ενανθρωπίζονται, μεταφέροντας τον ψυχισμό της νηνεμίας ή της φουσκοθαλασσιάς, μέσα από δρόμους των ποντοπόρων πλοίων ή των ψαροκάϊκων, κυρίως όμως μέσα από σκαριά –μικρότερα ή μεγαλύτερα- που διατηρούν στο «σώμα» τους ίχνη κι αντίλαλους από πόνους, καημούς κι όνειρα της μεγάλης κι αγαπημένης, της οικείας αλλά πάντα άγνωστης θεάς της θάλασσας. Της θάλασσας των μύθων, των αινιγμάτων και του αντικαθρεφτίσματος των μυστικών της…»

Απάντηση

Αρέσει σε %d bloggers: