Τύπος Πειραιώς - Ενημέρωση

Τι ακριβώς είπε ο Νίκος Κοτζιάς για την Κύπρο, στην ομιλία του στη Θεσσαλονίκη

ΕΛΛΑΔΑ στις 25/11/2016

Ως πρόεδρος της “Πράττω”

Ομιλία με θέμα «Η Ελλάδα σε ένα κόσμο που αλλάζει» εκφώνησε προχθές στη Θεσσαλονίκη ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς, με την ιδιότητα του προέδρου της Κίνησης Ιδεών και Δράσης “Πράττω”. Είπε:

Το πιο ευχάριστο, σήμερα το πρωί που πήγα στα γραφεία του ΠΡΑΤΤΩ, ήταν η νεολαία. Κι επειδή μου λείπει πολύ η νεολαία, μια και δεν είμαι πια στο Πανεπιστήμιο αλλά στο Υπουργείο, ήταν μεγάλη η χαρά.

Ζούμε σ’ έναν κόσμο γεμάτο αλλαγές και γι’ αυτό σας ευχαριστώ που ήρθατε να ακούσετε τις απόψεις μας σ’ αυτό το θέμα. Οι αλλαγές που έχει αυτός ο κόσμος είναι, πριν απ’ όλα, η παγκοσμιοποίηση και οι συνέπειες που αυτή έχει, μια παγκοσμιοποίηση που συνοδεύεται όμως και από τον κατακερματισμό και τη διάσπαση κρατών, περιοχών, κοινωνικών ομάδων.

Είναι μια παγκοσμιοποίηση που, μαζί με τις τάσεις κατακερματισμού, δημιουργεί μεγάλη αστάθεια στον κόσμο που ζούμε. Έχουμε επίσης, σ’ αυτό το πλαίσιο, την επανεμφάνιση νέων δυνάμεων, όπως είναι οι BRICS -η Βραζιλία, η επανεμφάνιση της Ρωσίας, η Ινδία και η Κίνα. Είναι καινούργιες δυνάμεις, οι οποίες έχουν μεγάλα ΑΕΠ και μεγάλους πληθυσμούς όπως η Ινδονησία, στην οποία είχε πάει πρόσφατα και ο Υφυπουργός μας. Παράλληλα, έχουμε τάσεις για πτώση της σχετικής δύναμης στη Δύση.

Σας θυμίζω ότι στη συζήτηση που γινόταν στη δεκαετία του ’90, η κυρίαρχη άποψη στα όργανα και στη βιβλιογραφία για την Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν ότι η Αμερική θα παρακμάσει και ότι ο 21ος αιώνα θα ανήκει στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το γεγονός είναι ότι η Αμερική δεν παρήκμασε -τουλάχιστον με τους ρυθμούς που έλεγαν οι Ευρωπαίοι- κι ότι αντί η Ευρωπαϊκή Ένωση να είναι η ισχυροποιημένη δύναμη του πλανήτη, είναι η Κίνα καθώς και οι άλλες αναδυόμενες δυνάμεις.

Επίσης, μαζί με τις μεγάλες γεωπολιτικές αλλαγές στον κόσμο μας, έχει σημασία να καταγράψουμε για να διαμορφώσουμε την προοπτική της Ελλάδας, την εμφάνιση αυτού που ονομάζουμε 4η Βιομηχανική Επανάσταση. Μια επανάσταση που διαχέει τη ψηφιακή οικονομία –και θα μιλήσω αναλυτικά πιο πέρα- φέρνει τη ρομποτική, δημιουργεί νέα υλικά και ανασυνθέτει προηγούμενα.

Οι παγκόσμιες αλλαγές και ο τρόπος που τις διαχειρίστηκε το νεοφιλελεύθερο σύστημα που κυριαρχεί στον κόσμο στη διάρκεια της πρώτης 15ετίας του 21ου αιώνα, είχαν σαν αποτέλεσμα, κατά τη γνώμη μας, την εκλογή του Τραμπ. Ο Τραμπ δεν είναι ένα ατύχημα, δεν είναι κάτι που έγινε κατά λάθος. Ούτε είναι το θέμα απλά αν είναι κάτι καλό ή κακό.

Ο Τραμπ είναι προϊόν του γεγονότος ότι στην αμερικανική κοινωνία υπάρχουν εκατομμύρια άνθρωποι που πιστεύουν και θεωρούν ότι δεν τους λαμβάνουν υπ’ όψιν, υπάρχουν εκατομμύρια λευκοί εργάτες που νιώθουν να βρίσκονται στο περιθώριο πια της αμερικάνικης κοινωνίας και υπάρχουν -κι αυτό είναι καινούργιο φαινόμενο- τα μεγάλα αμερικάνικα μεσαία στρώματα που συμπιέζεται το εισόδημά τους και ο τρόπος ζωής τους.

Η κρίση αυτή του νεοφιλελευθερισμού που εκφράστηκε στα αποτελέσματα των αμερικάνικων εκλογών, έχει διαμορφώσει στην Ευρώπη δύο εναλλακτικές: η μία εναλλακτική είναι η Ακροδεξιά, είναι πολιτικές δυνάμεις που μιλάνε για τα λαϊκά προβλήματα, αλλά μιλάνε γι’ αυτά από τη σκοπιά ενός στείρου κι επικίνδυνου συχνά εθνικισμού, ρατσισμού, ξενοφοβίας. Τείνουν προς μια άρνηση και απόρριψη της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο σύνολό της κι όχι απλώς στη σημερινή της μορφή και είναι βαθιά αντιδιεθνιστικές.

Απέναντι σ’ αυτές τις δυνάμεις διαμορφώνεται ένα μπλοκ δυνάμεων, στο οποίο ανήκει και η σημερινή κυβέρνηση που έχουμε την τιμή να συμμετέχουμε υπό τον χαρισματικό Αλέξη Τσίπρα. Είναι οι δυνάμεις της Αριστεράς αλλά και άλλες λαϊκές δυνάμεις, όπως οι ΑΝΕΛ, οι οποίες διεκδικούν κοινωνική δικαιοσύνη, στηρίζουν με διεθνιστικό τρόπο κινήματα παντού, αλλά είναι πριν απ’ όλα δυνάμεις πατριωτικές. Είναι δυνάμεις που δεν απορρίπτουν τον ευρωπαϊσμό, αλλά έχουν μια άλλη αντίληψη για την Ευρώπη, θέλουν μια λαϊκή Ευρώπη, μια Ευρώπη της Δημοκρατίας και της Κοινωνικής Δικαιοσύνης.

Το ερώτημα είναι: τί συμβαίνει μ’ αυτή την Ευρωπαϊκή Ένωση; Γιατί είναι ένα σημαντικό στοιχείο του πού δρα η χώρα μας σήμερα. Θα έλεγα ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δε βλέπει πέρα απ’ τη μύτη της. Δε διαθέτει μία στρατηγική και ξέχασε να κάνει μια οφειλόμενη συζήτηση για το τί θα έπρεπε να είναι η Ευρώπη στον 21ο αιώνα, πώς θα μπορούσε να διασφαλίσει κοινωνικά και δημοκρατικά δικαιώματα με καλύτερο τρόπο.

Είναι μία Ευρώπη, η οποία είναι υποταγμένη στα νεοφιλελεύθερα διδάγματα που οδήγησαν σε πολιτικές λιτότητας -που τόσο σκληρά πλήρωσε και πληρώνει η χώρα μας- και η οποία ως μοντέλο απέτυχε. Διότι, αντίθετα, η αμερικάνικη πολιτική, όχι καμία τρομακτική αριστερή ριζοσπαστική, αλλά μια πολιτική κεϋνσιανού τύπου όπως την ονομάζουμε, μπόρεσε να δώσει ώθηση στην αμερικάνικη οικονομία και να λύσει μια σειρά από προβλήματα που στην Ευρώπη μεγαλώνουν.
Και το χειρότερο, με την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι, και το τονίζω συχνά στα Συμβούλια Υπουργών, ότι αυτή η Ευρώπη είναι με το δάχτυλο διδαχτικά υψωμένο απέναντι σε όλους μας κι έχει περιορίσει τον εαυτό της σε ορισμένα σκληρά εργαλεία πολιτικής, όπως είναι το εμπάργκο σε βάρος κρατών -28 κράτη είναι σ’ εμπάργκο από την Ευρωπαϊκή Ένωση σήμερα-, κυρώσεις, σχεδόν άλλα τόσα και μνημόνια. Και είναι ολοφάνερο ότι μία Ευρωπαϊκή Ένωση που αρχίζει και τελειώνει στις κυρώσεις, στο εμπάργκο και στις τιμωρίες των κρατών που έχουν προβλήματα σήμερα, είναι μια Ευρώπη που δε μπορεί ν’ αρέσει ούτε στους πολίτες μας ούτε ιδιαίτερα στους νέους μας.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση λοιπόν δεν έχει ούτε όραμα ούτε προσανατολισμό. Τείνει να γίνει ένα είδος αυτοκρατορίας, όπως έχω περιγράψει μία φορά σ’ ένα βιβλίο μου. Είναι μια αλυσίδα με χώρες πάνω και χώρες κάτω, όχι με την παλιά ισοτιμία. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος έχουν φτιαχτεί εκτός των συνθηκών παράλληλοι μηχανισμοί: το Eurogroup δεν προβλέπεται σε καμία διεθνή συμφωνία, το Eurogroup δεν είναι ένα όργανο που ελέγχεται από το Κοινοβούλιο. Είναι ένα όργανο που την πρωτοβουλία για τη λειτουργία του δεν την έχει η Επιτροπή, αλλά είναι ένα όργανο των κρατών-μελών της Ευρωζώνης.

Είναι λοιπόν η Ευρωπαϊκή Ένωση σε μια τάση να βαθαίνει τις κρίσεις από πολλές πλευρές. Η νέα Ρώμη που πάει να διαμορφωθεί, το Βερολίνο, δε μπορεί ν’ ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των καιρών και όλης της Ευρώπης. Διότι έχει ν’ αντιμετωπίσει πολλές κρίσεις, για τις οποίες και το ίδιο αλλά και το σύνολο των ηγεμονικών ελίτ της Ευρώπης δεν έχει προετοιμαστεί.

Έχουμε τη χρηματοπιστωτική κρίση, κρίση που εκδηλώθηκε ως κρίση χρέους, έχουμε μια κρίση αγοράς, όχι από τη σκοπιά της λειτουργίας της μόνο αλλά από τη σκοπιά ότι δε γίνονται επενδύσεις και δεν προωθείται σχεδιασμένα η 4η Βιομηχανική Επανάσταση.

Έχουμε μια πολιτική κρίση και κρίση θεσμών. Η κρίση θεσμών οδήγησε στην αναβίωση του ρατσισμού και του εθνικισμού εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με αποτέλεσμα να έχουμε κρίση και της δημοκρατικής διαδικασίας και την εμφάνιση του Brexit και μία ανικανότητα να λυθεί συνολικά στην Ευρώπη το προσφυγικό.

Θα έλεγα το εξής: η Ευρωπαϊκή Ένωση σήμερα έχει πέσει σε μια βαθιά παγίδα. Είναι μια παγίδα, στην οποία όποιος είναι μέσα, όπως είναι η χώρα μας, υποφέρει, αλλά και της οποίας παγίδας η διέξοδος έχει μπλοκαριστεί λόγω των επιλογών του νεοφιλελευθερισμού και της λιτότητας. Θέλει μεγάλη μάχη για να μπορέσει να βγει κανείς έξω απ’ αυτήν. Θα έλεγα συνολικά ότι όλες αυτές οι μορφές κρίσης είναι μια κρίση της διαχείρισης της κρίσης.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, δηλαδή, δείχνει μια ανικανότητα να διαχειρίζεται κρισιακά φαινόμενα, να διαχειρίζεται όλες αυτές τις κρίσεις. Και βέβαια, αυτή η ανικανότητα στηρίζεται στο σλόγκαν του κ. Σόιμπλε, το “moral hazard”, δηλαδή την αντίληψη ότι, αν βοηθάς κάποιον –είναι αντιχριστιανική αντίληψη- τότε του κάνεις κακό. Πρέπει να μην τον αφήνεις και να τον πιέζεις, να τον διδάσκεις, να πιέζεται, να καταστρέφεται και να μάθει μέσα απ’ αυτό.

Ο τρόπος θα έλεγα δε, φίλοι και φίλες, που αντιμετώπισε η Ευρωπαϊκή Ένωση την Ελλάδα -κατά τη γνώμη μας- είναι μία από τις βασικές αιτίες που εμφανίστηκε εθνικισμός και ρατσισμός σε όλη την Ευρώπη. Κι αυτό γιατί; Διότι η κριτική παλαιότερα -και σ’ ένα βαθμό είναι σωστή ακόμα, ακόμα κι αν έρχεται από δεξιά, από αριστερά, από μικρά ή μεγάλα κράτη- γινόταν από τη σκοπιά της κρίσης για το ρόλο των προσώπων και της αποδοτικότητας πολιτικών.

Αυτό που έγινε το 2010 σε βάρος της χώρας μας ήταν ότι η κριτική και η πολεμική δεν αφορούσε πρόσωπα, δεν αφορούσε πολιτικές, αλλά ήταν μια ολομέτωπη ιδεολογική και με στερεότυπα γεμάτη επίθεση απέναντι σε λαούς και χώρες. Δεν είπε η Ευρωπαϊκή Ένωση τα χρόνια που πέρασαν, «φταίει αυτός, εκείνος και αυτή η πολιτική». Διότι «αυτός» και «εκείνος» ήταν δικά της παιδιά. Και «αυτή» ή «εκείνη» η πολιτική ήταν δική της πολιτική. Και έκανε επίθεση στην Ελλάδα, έκανε επίθεση στον ελληνικό λαό που είναι τεμπέλης, που δεν έχει ικανότητα, που τρώει λεφτά. Αυτά υπάρχουν σε όλους τους λαούς. Αλλά ο τρόπος που έγινε αυτή η επίθεση, θύμιζε τον τρόπο που οι πρώτοι αποικιοκράτες Γερμανοί στη σημερινή Τανζανία και Ναμίμπια, δηλαδή στην Ανατολική και Δυτική Αφρική, περιέγραφαν τους μαύρους κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1880-1890.

Επίσης, αυτή η επίθεση προϋπέθετε ότι δεν υπάρχει εναλλακτικός τύπος ανάπτυξης. Το αντίθετο βλέπουμε σε όλο τον κόσμο σε σειρά κρατών. Είπα για τους Αμερικάνους πριν, αλλά και οι Κινέζοι κι άλλα κράτη έχουν πολύ υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης από την Ευρώπη.

Υπάρχουν εναλλακτικές, αλλά οι εναλλακτικές δεν υπάρχουν μόνο στα άλλα κράτη, υπάρχουν και στην ίδια την Ιστορία των ισχυρών της Ευρώπης. Γνωρίζουμε ότι η Γερμανία είχε μεγάλα χρέη απέναντι στους Αμερικάνους όχι από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά από τη δεκαετία του ’20. Δυο Προγράμματα Βοήθειας της Γερμανίας μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο είχαν συσσωρεύσει υπερβολικά επιτόκια και απλήρωτες χρεώσεις. Για να αντιμετωπισθεί αυτό το πρόβλημα και να δοθεί ξανά μια ώθηση στη Γερμανία, στην εποχή της αντιπαράθεσης των συστημάτων, μετά από πολύμηνες διαπραγματεύσεις, της λεγόμενης Συνθήκης του Λονδίνου, δόθηκαν στους Γερμανούς το 1953 δύο μηχανισμοί.

Ο πρώτος μηχανισμός ήταν ότι για ν’ αποπληρώνει η Γερμανία τα χρέη της θα πρέπει να έχει ανάπτυξη. Αυτός ο μηχανισμός είναι αυτό που λέμε στις επιστήμες, μια κατάσταση «κέρδους-κέρδους». Διότι, όταν αναπτύσσεται μία χώρα, και είναι πιο ικανή να πληρώσει χρέη αλλά και η ίδια δυναμώνει.

Το δεύτερο κριτήριο, το οποίο συχνά το ξεχνάνε και μπήκε στη συμφωνία το 1953, ήταν ότι το ποσοστό ανάπτυξης που θα πηγαίνει στην αποπληρωμή του χρέους θα προέρχεται από το εξωτερικό εμπόριο. Δηλαδή το μεγάλο θαύμα που λέμε σήμερα της Γερμανίας που είναι κράτος εμπορικό, εξαγωγικό κτλ., προέκυψε από τον τρόπο που χειρίστηκαν τα ίδια τα δάνεια της δεκαετίας του ’20 της Γερμανίας τον προηγούμενο αιώνα.

Εδώ λοιπόν, να καταλήξουμε: Αυτή η Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως είναι, θέλει μια βαθιά μεταρρύθμιση. Μια μεταρρύθμιση που να εξασφαλίζει την ανάπτυξη όλων των κρατών-μελών, που να γίνει μέσα από ειδικούς χειρισμούς, όπως είναι το κούρεμα του χρέους, και να διευκολύνει κι έναν εξαγωγικό προσανατολισμό, δίνοντας ωθήσεις και σταθερότητα σ’ αυτή την κατεύθυνση.

Το δεύτερο μεγάλο μας περιβάλλον είναι τα Βαλκάνια. Στα Βαλκάνια μπορέσαμε, τα δυο χρόνια που πέρασαν, να αποκτήσουμε παρά τα ένα-δύο επιμέρους προβλήματα που υπάρχουν, μια μεγάλη, ωφέλιμη στρατηγική σχέση με τη Βουλγαρία. Και μαζί με τη Βουλγαρία να διαμορφώσουμε μια συμμαχία με Ρουμανία – Κροατία, πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια, μια συμμαχία στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα ευρωπαϊκά ζητήματα.

Ενώ με τη Βουλγαρία έχουμε λύσει τα θέματα, έχουμε όμως ταυτόχρονα την εμφάνιση -και για τους λόγους που είπα προηγούμενα- ενός ισχυρού εθνικισμού από την πλευρά ορισμένων αλβανικών ελίτ. Ακόμα και η άρνησή τους να δώσουν αλβανική ιθαγένεια στον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο είναι ενδεικτικό αυτής της διάθεσής τους.

Πάνε για εκλογές. Το Γενάρη αρχίζει η επίσημη προεκλογική περίοδος, η οποία θα διαρκέσει μέχρι τον Ιούνιο. Σε αυτή την περίοδο εμείς τους έχουμε πει, τους έχουμε συστήσει -δεν μιλάμε συχνά δημόσια γιατί αυτά τα ζητήματα όταν μιλάς δημόσια καμιά φορά αυξάνουν την ένταση- να κατεβάσουν τους τόνους, να περιορίσουν τον εθνικισμό και να σεβαστούν και τις διεθνείς συμφωνίες και τις Συνθήκες που προβλέπουν σειρά δικαιωμάτων για τη γηγενή -το “γηγενή” το υπογραμμίζω- ελληνική εθνική μειονότητα στην Αλβανία.

Τους έχουμε πει ότι για να πάρουν τον δρόμο ένταξης προς την Ευρωπαϊκή Ένωση που τόσο απλόχερα τους δόθηκε στο παρελθόν θα πρέπει να υλοποιήσουν πολιτικές ενάντια στο οργανωμένο έγκλημα και να παλέψουν τα ναρκωτικά -διότι είναι η πρώτη ναρκοπαραγωγός χώρα του κόσμου- και πολλοί πολιτικοί ίσως να χρηματοδοτούνται από εκεί. Τους έχουμε εξηγήσει ότι πρέπει τις διεθνείς συμβάσεις και συμφωνίες να τις κρατούν.

Δίπλα τους βρίσκεται η FYROM, τα Σκόπια. Εμείς θέλουμε τη σταθερότητα των Σκοπίων. Δεν θέλουμε καμία μάχη ανάμεσα σε γείτονες, στον Βορρά μας, γύρω από την τύχη αυτής της χώρας. Θέλουμε τη σταθερότητα των Σκοπίων. Και όπως τους πειράζω στα αγγλικά -γιατί είναι λογοπαίγνιο- εμείς θεωρούμε ότι καλά έκανε ο Θεός και τους έφτιαξε, είναι ο God, ο Θεός, αλλά ο godfather που είναι ο νονός έκανε μεγάλο λάθος και θα πρέπει να πάψουνε να διεκδικούν τους αλυτρωτισμούς.

Λέω στα Σκόπια που βρέθηκα και στους ξένους το εξής: Πριν από πέντε μέρες ήμουν στην Αίγυπτο. Η Αίγυπτος έχει ένα καταπληκτικό λιμάνι που λέγεται Αλεξάνδρεια. Έχει κανένας μας πρόβλημα που λέγεται Αλεξάνδρεια; Εγώ είμαι περήφανος. Αν οι Αιγύπτιοι θέλουν να λένε ότι πέρασε ο Μέγας Αλέξανδρος από εκεί, τους έφερε τον ελληνικό πολιτισμό, τους βοήθησε να αναπτυχθούν σε μια δύσκολη ιστορική περίοδο, είμαι περήφανος. Αλλά είμαι περήφανος γιατί κανένας Αιγύπτιος δεν είπε ότι επειδή το λιμάνι τους λέγεται Αλεξάνδρεια τους ανήκει η Αλεξανδρούπολη.

Και, επίσης, εάν πάτε στο Πακιστάν -εμείς ταξιδεύουμε όπως ξέρετε συχνά- θα βρείτε πολλούς ανθρώπους που λένε ότι είναι κληρονόμοι του πολιτισμού του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Το παραμύθι που έχουνε φτιάξει για τον εαυτό τους μεγάλα τμήματα των εκεί ελίτ είναι ότι είναι κληρονόμοι, συνεχιστές της οικογένειας του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Να τσακωθούμε γι’ αυτό; Άμα ο άλλος θέλει να πει ότι κρατάει η σκούφια του από τη Μακεδονία την ελληνική τί να του πεις; Πολύ ωραία, αρκεί να μην πει ότι η Θεσσαλονίκη ανήκει στους Πακιστανούς γιατί είναι κληρονόμος του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Δηλαδή, θέλω να πω, εμείς θέλουμε τη σταθερότητα αυτής της χώρας, όμως ο αλυτρωτισμός τους πρέπει να τελειώνει.

Τώρα βέβαια στην περιοχή μας έχουμε ένα πολύ ισχυρότερο και πιο επίκαιρο ζήτημα, την Τουρκία. Εμείς σε σχέση με το πραξικόπημα της Τουρκίας στα Ευρωπαϊκά Συμβούλια δυο κουβέντες είπαμε. Πρώτον: είμαστε ενάντια στα στρατιωτικά πραξικοπήματα και ουδέποτε η ελληνική Αριστερά θα μπορούσε να ήταν οπαδός οποιουδήποτε στρατιωτικού πραξικοπήματος. Έχουμε πείρα απ’ τις προσπάθειες 140 πραξικοπημάτων στη χώρα μας. Μερικά απ’ αυτά πέτυχαν και τα τελευταία τα υποστήκαμε και μερικοί τα υποστήκανε στην προσωπική τους ελευθερία και ζωή.
Δεν θέλουμε τα πραξικοπήματα. Αλλά όταν παλεύεις ενάντια στα πραξικοπήματα έχει μεγάλη σημασία από ποια σκοπιά τα αντιπαλεύεις. Τα αντιπαλεύεις απ’ τη σκοπιά της υπεράσπισης της Δημοκρατίας και των θεσμών ή απ’ τη σκοπιά της υπεράσπισης της προσωπικής εξουσίας; Στο πρώτο είμαι μαζί, το δεύτερο δεν είναι μια πολιτική που θα μπορούσαμε να ακολουθήσουμε.

Αυτή η υπόθεση της Τουρκίας συνδέεται και με μια πυκνή αναφορά τον τελευταίο καιρό στη Συνθήκη της Λωζάννης. Η αναφορά στη Λωζάννη μας οδηγεί στο χαρακτηρισμό ότι πρόκειται για μια “αναθεωρητική δύναμη”. Δεν είναι οι αναθεωρητικές δυνάμεις που ξέραμε στην παλιά Αριστερά και τσακωνόμασταν. Αναθεωρητική δύναμη στο διεθνές πεδίο είναι εκείνη η δύναμη που δεν θέλει να αναγνωρίσει και να παίξει με βάση τους κανόνες του διεθνούς δικαίου και των διεθνών συνθηκών. Που θέλει να τα αλλάξει, διότι πιστεύει ότι τώρα δυνάμωσε, γιγάντωσε και πρέπει να επανέλθουν πράγματα σε εκείνον.

Αυτή η αναθεωρητική δύναμη έχει ορισμένα στοιχεία -και το έχω πει και στους ίδιους- νευρικότητας. Εδώ και ενάμισι χρόνο, δυο χρόνια λέω ότι είναι νευρική η Τουρκία. Πριν δυο χρόνια έπρεπε να το εξηγώ, τώρα μου φαίνεται ότι είναι ολοφάνερο. Η διπλωματία μας δεν πρέπει να επιτρέψει η νευρικότητά της να στραφεί πάνω μας. Δεν πρέπει να δώσουμε τη δυνατότητα σε νευρικές και διαφορετικές δυνάμεις στην Τουρκία και στο τουρκικό κοινοβούλιο να συνενωθούν σε ένα ανθελληνικό μέτωπο.

Σας θυμίζω ότι ο κ. Ερντογάν μιλάει για Λωζάννη αλλά και ο Ππρόεδρος του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος της Τουρκίας λέει ότι του έχουμε πάρει 16 νησιά τα τελευταία χρόνια και τα καταλάβαμε. Και ανάμεσα σ’ αυτά είναι νησιά από την Κυρά Παναγιά πάνω στις Οινούσσες μέχρι τη Γαύδο. Όλα αυτά υποτίθεται ότι ήταν τουρκικά και παρανόμως τα παρέδωσε ο Ερντογάν σε μας. Και το πιο λυπηρό από μία σκοπιά είναι ότι υπήρξε και Κούρδος βουλευτής -ή βουλευτής μάλλον του φιλοκουρδικού Κόμματος, δεν είναι Κούρδος ο ίδιος- ο οποίος υποστήριξε και τη θεωρία ότι τους πήραμε και αυτών νησιά. Γι’ αυτό η εξωτερική μας πολιτική κοιτάζει να μην διευκολύνει μια συνένωση δυνάμεων που να στρέφονται με τη νευρικότητά τους προς τα εμάς. Και αυτό διότι έχουμε αστάθεια στην περιοχή.

Έχουμε τον πόλεμο της Συρίας, έχουμε τον πόλεμο στο Ιράκ, έχουμε το πόλεμο στη Λιβύη, έχουμε τους καυγάδες Σαουδικής Αραβίας και άλλων Αραβικών κρατών που στη διαμάχη με το Ιράν κατέληξαν στον πόλεμο της Υεμένης με πολύ περισσότερους νεκρούς από πολλές άλλες συγκρούσεις που βλέπετε καθημερινά. Μόνο να σας πω ότι οι αντάρτες από την Υεμένη, οι Χούτι, έχουν προχωρήσει 200 χιλιόμετρα στο εσωτερικό της Σαουδικής Αραβίας. Άρα έχουμε καταστάσεις αστάθειας.

Έχουμε ασταθή περιοχή και νευρική Τουρκία. Και γι’ αυτό εμείς με πολλή περίσκεψη μιλάμε δημόσια, με πολλή περίσκεψη δρούμε, ώστε να φτιάξουμε αυτές τις τριμερείς συνεργασίες που έχουμε με Αίγυπτο, με Ιορδανία, με Ισραήλ, με Λίβανο και με την Παλαιστίνη. Διαμορφώσαμε και μία δομή σταθερότητας και ασφάλειας για την περιοχή που είχε και την πρώτη της συνάντηση: 12 κράτη, 6 αραβικά και 6 ευρωπαϊκά στη Ρόδο το Σεπτέμβριο που μας πέρασε.

Όσον αφορά την αναθεώρηση πάνω στο ζήτημα της Λωζάννης, θέλω να πω με την ιδιότητα του προέδρου του “Πράττω” και όχι του υπουργού Εξωτερικών, αν μπορεί κανένας να τα διαχωρίσει, ότι πολλές πλευρές της Συνθήκης της Λωζάννης δεν έχουν εφαρμοστεί απ’ την Τουρκία. Να πω ότι σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λωζάνης η Ίμβρος και η Τένεδος είναι αυτοδιοικούμενες περιοχές; Να πω ότι σύμφωνα με τη Συνθήκη της Λωζάνης θα έπρεπε να είναι 246.000 οι ομογενείς Έλληνες στην Κωνσταντινούπολη σήμερα και 80.000 άνθρωποι το μουσουλμανικό στοιχείο στη Θράκη. Αντίθετα, σήμερα το μουσουλμανικό στοιχείο στη Θράκη έχει φτάσει τις 130.000 ανθρώπους -και καλά κάνει και αυγατίζει- ενώ είναι μόνο δυόμισι χιλιάδες Έλληνες ομογενείς στην Κωνσταντινούπολη.

Εδώ δεν θέλω να σας αναφέρω όλο τον κατάλογο, καθώς υπήρξε συνέχεια των παραβιάσεων. Ο λόγος που γίνεται όμως τώρα αυτή η συζήτηση για τις παραβιάσεις δεν είναι τα μειονοτικά δικαιώματα ή η κατάσταση στην Ίμβρο και στην Τένεδο. Είναι τα σύνορα. Και κύρια αυτή τη στιγμή τα σύνορα προς τη Μοσούλη. Βρωμάει πετρέλαιο η ιστορία. Και φυσικό αέριο.

Η προσπάθεια της Τουρκίας να παρέμβει μέσα στο Ιράκ και στη Συρία μας δίνει δύο διδάγματα. Το ένα είναι ότι αυτό με έναν τρόπο ξαναέγινε, με τον τρόπο που πήρε το 1938-39 την Αλεξανδρέττα -ήταν τότε Συριακή πόλη και την πήρε πίσω στην Τουρκία. Το δεύτερο είναι το εξής, είναι πολύ ενδιαφέρον. Ο καυγάς, αν παρακολουθήσετε ανάμεσα στην ιρακινή κυβέρνηση και την Τουρκική αυτή την περίοδο, είναι για ένα θέμα: για το ότι η Τουρκία συμμετέχει σε βάση εντός του εδάφους του Ιράκ, η ιρακινή κυβέρνηση τους λέει ότι με βάση τις συμφωνίες που είχανε κάνει πρέπει να φύγουν τώρα και εκείνοι λένε «τα εθνικά μας συμφέροντα δεν μας επιτρέπουν να φύγουμε και να υλοποιήσουμε την υπόθεση των βάσεων». Αυτό θυμηθείτε το όταν θα σκεφτείτε για την Κύπρο. Δεν φεύγουν.

Η επίθεση της Λωζάννης επίσης, -πρέπει να το πω χαριτολογώντας, το είπα και στον Τύπο πριν- μας θυμίζει και τη Συνθήκη των Σεβρών του 1920, η οποία ήταν η Συνθήκη όταν η Τουρκία βγήκε ηττημένη πριν από την Μικρασιατική Καταστροφή από τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο, είχε χάσει πάρα πολλά εδάφη, την είχαν κατακρεουργήσει. Όταν λες «θέλω αναθεώρηση …» ή «να παρατήσω τη Συνθήκη της Λωζάννης» τι εννοείς; Θέλεις να γυρίσεις πίσω; Στη Συνθήκη των Σεβρών; Είναι ρητορικό το ερώτημα και πειρακτικό προς τους φίλους μου της άλλης πλευράς.

Άρα, είναι πιο σοβαρά τα πράγματα όταν συζητάμε για την Κύπρο. Εμείς θέσαμε εξ αρχής από το Μάρτιο του 2015 το ζήτημα της ασφάλειας και των εγγυήσεων για την Κύπρο -γίνεται μεγάλη βαβούρα αυτές τις μέρες, τις ώρες, όχι απλώς αυτές τις μέρες. Και το θέσαμε με καθαρότητα. Γιατί; Είμαστε η πρώτη Ελληνική Κυβέρνηση που υποστήριξε -δεν έκρινε καθόλου, δεν διατύπωσε γνώμη, δεν παρενέβη καθόλου- όλες τις ενέργειες και τις τοποθετήσεις της κυπριακής κυβέρνησης. Καμία γνώμη δεν είπαμε, παρά μόνο μία: «Στηρίζουμε θετικά ό,τι κι αν αποφασίζετε».

Αλλά, με βάση τις διεθνείς Συνθήκες, η Ελλάδα ανήκει στις εγγυήτριες δυνάμεις. Εκεί είπαμε ότι «εμείς δεν θέλουμε πια να είμαστε εγγυήτρια δύναμη. Δεν πρέπει να υπάρχει το καθεστώς των εγγυητριών δυνάμεων και ούτε να υπάρχει κατοχικός στρατός». Διότι αυτό είναι αναχρονισμός.

Διότι είναι άλλο το 1960 όταν φτιαχνόταν Κυπριακό κράτος και έμπαιναν δυνάμεις που συναποφάσιζαν να φτιαχτεί το Κυπριακό κράτος και είναι άλλο σήμερα, 55 χρόνια μετά που υπάρχει Κυπριακό κράτος, που αυτό το Κυπριακό κράτος είναι μέλος του ΟΗΕ, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και είναι άλλο η εποχή που έκριναν οι Τούρκοι ή οι Βρετανοί, ή άλλοι την τύχη της Κύπρου και είναι άλλη η εποχή σήμερα που η Κύπρος ως κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης κρίνει την Τουρκία, αν θα γίνει μέλος ή όχι.

Και είναι άλλο πράγμα να προσπαθούν να έχουν κατοχή σε ένα τρίτο κράτος και άλλο πράγμα να προσπαθούν να κατέχουν όχι απλώς κυπριακό, αλλά και ευρωπαϊκό έδαφος. Και πρέπει να είναι σαφές προς όλες τις πλευρές ότι εμείς θέλουμε μια Κύπρο ενωμένη, με όλα τα δικαιώματα των δυο Κοινοτήτων, Ελληνοκυπρίων, Τουρκοκυπρίων, και των τριών μειονοτήτων που υπάρχουν στην Κύπρο (Αρμένιοι, Μαρωνίτες και Λατίνοι) – μικρές μειονότητες αλλά έχουν κι αυτοί τα δικαιώματά τους. Θέλουμε μια Κύπρο που οι Τουρκοκύπριοι θα τη βλέπουν σαν την πατρίδα τους και θα ονειρεύονται ότι τα παιδιά τους θα μεγαλώσουν, θα ζήσουν σε αυτό το νησί όπως ακριβώς και οι Ελληνοκύπριοι, αλλά κριτήριό μας είναι η ασφάλεια των Κυπρίων και όχι τα γεωστρατηγικά συμφέροντα τρίτης χώρας.

Μερικοί εδώ και ένα εικοσιτετράωρο, οι ίδιοι κύκλοι από το εξωτερικό και διάφοροι καλόπιστοι θα έλεγα, μου κάνουν προσωπική, σχεδιασμένη και σκοτεινή επίθεση, όπως μου έκαναν το Γενάρη και το Φλεβάρη του 2015. Πήγα να μπω μέσα και με ρωτούσαν τη γελοιότητα αν έχω παραιτηθεί. Γιατί να παραιτηθώ; Όταν είναι να παραιτηθώ, το λέω μόνος μου και δεν θα κάνω τη χάρη κανενός σε αυτή την κρίσιμη φάση της χώρας, να κάνω κάτι τέτοιο.

Μου λένε όμως ότι «το να παλεύεις για την κατάργηση των εγγυήσεων και για να φύγουν τα κατοχικά στρατεύματα από την Τουρκία, είναι εθνικισμός», ενώ ξέρετε είναι σύγχρονος ευρωπαϊσμός να κατέχει η Τουρκία ευρωπαϊκά εδάφη!..

Και εγώ το έχω γράψει και σε ένα βιβλίο μου «Περί Αριστεράς και Πατριωτισμού», συχνά αυτοί που κατηγορούν για εθνικισμό την πατριωτική όχι την εθνικιστική Δεξιά, αλλά την πατριωτική Αριστερά, είναι φορείς του εθνικισμού της άλλης μεριάς. Θα σας το βάλω διαφορετικά: τί είναι πιο εθνικιστικό: οι Τούρκοι που θέλουν να κρατάνε τα στρατεύματά τους στην Κύπρο, ή εμείς που λέμε ότι πρέπει να φύγουν;

Και όταν λες ότι είναι εθνικιστικό το να ζητάς να φύγουν τα τουρκικά στρατεύματα, μήπως εξυπηρετείς τον τουρκικό εθνικισμό που θέλει να τα κρατήσει; Όταν, ενώ έχουμε άρρηκτο μέτωπο, άρρηκτη συνεργασία με την Κυπριακή Κυβέρνηση, προσπαθείς να υποσκάψεις την κοινή πάλη του Ελληνισμού για μια δίκαιη και με βάση το διεθνές Δίκαιο και το ευρωπαϊκό λύση του Κυπριακού, να κάνεις τέτοιες επιθέσεις;

Θέλω να πω κάτι. Όταν μιλάμε για τη λύση του Κυπριακού, πρέπει να συμφωνήσουμε σε κάτι. Σε τι συνίσταται το Κυπριακό πρόβλημα; Συνίσταται στο πόσους Υπουργούς θα έχει η κάθε πλευρά; Μπορεί να συνίσταται. Συνίσταται στο πώς αποφασίζει το ανώτατο Δικαστήριο της χώρας; Μπορεί να συνίσταται. Αλλά δεν συνίσταται και δεν γεννήθηκε από την κατοχή της βόρειας Κύπρου από τα τουρκικά στρατεύματα; Και πώς μπορείς να σκέφτεσαι για μια λύση της Κύπρου και του Κυπριακού, χωρίς να θέτεις αυτό το ζήτημα;

Κατά τη γνώμη μου μερικοί δεν θέλουν λύση, θέλουν παράδοση. Ε, λοιπόν οι Θερμοπύλες είναι για μας, η παράδοση για άλλους. Επειδή δέχτηκα πολυποίκιλες και προσωπικές επιθέσεις για άλλη μια φορά, θέλω να πω ότι εγώ πορεύομαι με αυτά που ξέρω. Κάποιοι λένε ότι δεν ξέρω. Ωραία, δεν ξέρω. Όσα ξέρω. Πορεύομαι με τη συνείδησή μου και πορεύτηκα όλη μου τη ζωή με τη συνείδησή μου.

Εκείνοι όταν υπερασπίζονται τις απόψεις των Τούρκων και το λέω αυτό συνειδητά, διότι ο ψευτοπρωθυπουργός της κατεχόμενης Κύπρου μου απηύθυνε πρώτος επίθεση και μομφή και αναπαρήχθη από άλλους. Αυτός είναι που ξεκίνησε,. Αυτοί με τίνος τα συμφέροντα έχουν ταυτιστεί; Είναι η συνείδησή τους που τους οδηγεί στην αναπαραγωγή αυτών των απόψεων;

Η Ελλάδα, λοιπόν, θα παλέψει για μια Κύπρο ανεξάρτητη και κυρίαρχη, όπως πρέπει να είναι κάθε κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ο.Η.Ε.

Η Ελλάδα όμως δεν έχει μόνο να δει το διεθνές της περιβάλλον, πρέπει να σκεφτεί για το μέλλον της. Και επιτρέψτε μου να πω μερικές κουβέντες όχι για την οικονομία, -αυτά άλλοι τα ξέρουν καλύτερα και τα χειρίζονται πιο άμεσα. Επιτρέψτε μου να σας πω ότι κατά την γνώμη μου η Ελλάδα έχει μια μεγάλη ευκαιρία.
Ποια είναι η ευκαιρία; Ότι η εποχή μας, δεν είναι η εποχή του 1990 που φτιάχναμε μια υψικάμινο και τρέχαμε πίσω από τους Γερμανούς να φτιάξουμε δεύτερη και τρίτη και αυτοί έφτιαχναν πενήντα. Είναι η εποχή που μπορείς να κάνεις μεγάλα άλματα και να παρακάμψεις ακόμη και στάδια ανάπτυξης.
Για να το κάνεις αυτό όμως χρειάζονται δυο πράγματα: καλή εκπαίδευση και έρευνα. Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να υπάρξει μέλλον της χώρας εάν δεν κάνουμε καλή εκπαίδευση και έρευνα και δεν εννοώ μόνο λεφτά, η δομή της, ο δημοκρατικός χαρακτήρας που χρειάζεται για την έρευνα αλλά χρειάζεται επίσης ένας στρατηγικός σχεδιασμός που εμείς προτείνουμε.
Να το πω πιο απλά: είναι ένας στρατηγικός σχεδιασμός για υλοποίηση της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης. Τι είναι αυτή η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση; Είναι αυτό που ζούμε σιγά – σιγά στην καθημερινότητά μας. Είναι η ικανότητα πρόσβασης σε άπειρη γνώση, η αποθήκευσή της, η επεξεργασία της, η νέα διάταξη αυτής της γνώσης. Συμπεριλαμβάνει αυτή η νέα διάταξη της γνώσης αυτό που ονομάζουμε την «τεχνητή διανόηση». Δηλαδή τεχνητή διανόηση που μπορεί να παράγει καινούργια πράγματα, όχι απλώς τα προγράμματα που της δίνουμε.
Είναι η ρομποτική, είναι το Internet των πραγμάτων και όχι μόνο των στοιχείων, είναι ο τρισδιάστατος εκτυπωτής… Τον έχετε δει, αυτόν που μέχρι και αυτοκίνητα τώρα μπορεί να φτιάξει. Όπως έκαναν οι φωτοτυπίες και έβγαζαν δυο διαστάσεων, τώρα μπορεί να βγάζει εργαλεία -και όπλα ακόμη… -αυτό είναι ένα ζήτημα- κάθε είδους αντικείμενο με τρεις διαστάσεις. Να το κάνει σα φωτοτυπία και να το παράγει και με μικρό κόστος.
Είναι η νανοτεχνολογία. Η νανοτεχνολογία είναι το ελάχιστο, το απειροελάχιστο που μπορεί να σου στείλει με μια κουκίδα μια ολόκληρη κάμερα μέσα στο κορμί για να ανακαλύψει ποιο σημείο πρέπει να παλέψει τα καρκινογόνα κύτταρα. Η νανοτεχνολογία είναι να στείλει μια κουκίδα μέσα από όλους τους σωλήνες της ύδρευσης και να ανακαλύψει το σημείο που έχει διαρροή, χωρίς να σπάσει το δρόμο ή να τον ανοίξει για να μπορεί να το επιδιορθώνει.
Είναι η βιοτεχνολογία, που θα πω αργότερα. Είναι τα αυτοκινούμενα, από τα drones μέχρι τα αυτοκίνητα, που προς το παρόν κάνουν και ατυχήματα, είναι τα νέα υλικά. Αν πιάσετε τέτοιου είδους γυαλιά και τα ανοίξετε δεν σπάνε, έχουν τιτάνιο μέσα, ο τρόπος χρήσης τους είναι καινούργιος. Είναι επίσης νέα μοντέλα του επιχειρείν που πρέπει η νέα μας γενιά να τα μάθει.
Η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση δεν κινείται γραμμικά, κάνει άλματα, κάνει επιταχύνσεις. Και τι χρειάζεται ακόμη; Νεολαία καλά μορφωμένη με ξένες γλώσσες. Από τέτοια διαθέτουμε άπειρα στη χώρα, για να συμμετάσχουμε σε έναν τέτοιο διεθνή καταμερισμό εργασίας.
Οι νέες τεχνολογίες όπως σας είπα παράγουν καινούργιες τεχνολογίες και αλλάζουν την κοινωνία. Διαμορφώνουν αυτό που ονομάζεται «έξυπνο εργοστάσιο», που διασυνδέει φυσική βιολογία και ψηφιακή τεχνολογία και παράγει αντικείμενα, που έχουν μια εξαιρετικά ιδιόμορφη ιδιότητα: να αναπτύσσονται όπως τα ζώα και τα φυτά, να προσαρμόζονται ανεξάρτητα πώς το έφτιαξες εσύ αρχικά, στο νέο τους περιβάλλον.
Όμως ταυτόχρονα δημιουργεί νέες ανισότητες, εάν δεν υπάρχει κοινωνικά δίκαιη χρήση αυτής της βιομηχανικής επανάστασης. Επιτρέψτε μου και συγκρατήστε τους αριθμούς, ένα μόνο παράδειγμα αριθμητικό: οι τρεις μεγάλες αυτοκινητοβιομηχανίες είχαν αξία στην αγορά 36 δις, ο τζίρος τους ήταν 250 δις και οι εργαζόμενοι στις τρεις μητρικές του Ντιτρόιτ ήταν 1,2 εκατομμύρια. Αξία στο Χρηματιστήριο 36, τζίρος 250, 1,2 εκατομμύρια εργαζόμενοι.
Οι τρεις μεγάλες Apple, Mircosoft και τα λοιπά έχουν αξία στο Χρηματιστήριο 1 τρις 93 δις, δηλαδή 30 φορές παραπάνω από ό,τι οι τρεις αυτοκινητοβιομηχανίες που καθόριζαν την Αμερική πριν από 30 χρόνια. Έχουν τον ίδιο τζίρο. Παρ’ όλο που είναι τριάντα φορές μεγαλύτερη η αξία τους έχουν τον ίδιο τζίρο, 250 δις.
Και στους εργαζόμενους, ενώ οι τρεις παλιού τύπου βιομηχανίες είχαν 1,2 εκατομμύρια αυτές έχουν μόνο 137 χιλιάδες. Δηλαδή προσέξτε, ίδιο τζίρο, η αξία μεγαλώνει με μεγάλη ταχύτητα και η απασχόληση πέφτει. Τι είναι αυτό; Ανισότητα. Διότι μεγαλώνουν τα έσοδα και η περιουσία των ολίγων και δουλεύουν πολύ λιγότεροι γι’ αυτή την αξία, οι οποίοι μένουν έξω από την παραγωγική διαδικασία.
Πρέπει να βρεθεί λύση σε αυτό το ζήτημα και η λύση είναι η αύξηση της παραγωγικότητας να συνοδεύεται με την αύξηση της απασχόλησης μέσα από ηθικές, νομικές και τεχνολογικές ρυθμίσεις. Για να το κάνουμε αυτό -και γι’ αυτό το λέω από τώρα, γιατί αυτή είναι η πολιτική για το μέλλον για τη χώρα το μεγάλο άλμα στις νέες τεχνολογίες, διαθέτουμε τα εργαστήρια και τους νέους ανθρώπους -, είναι ανάγκη να κατανοήσουμε πολιτικά και γι’ αυτό σας ανέφερα σήμερα αυτές τις αλλαγές, το πώς πρέπει να είναι διαμορφωμένες οι επιχειρήσεις και τι νέες δυνατότητες έχουμε. Να μαζέψουμε τεχνολογική πείρα και να παράγουμε τεχνολογία.
Εγώ τις προάλλες ήμουν στη Σλοβακία, ξέρετε προέρχομαι από το ΚΚΕ στα νιάτα μου, ήταν ένας Καθηγητής Πρύτανης του Τεχνολογικού Ινστιτούτου της Τεχνολογικής Σχολής στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Σλοβακίας και μου λέει έχει 3.000 φοιτητές και 360 Καθηγητές. Συγκέντρωση δυνάμεων!
Εμείς έχουμε στο Πανεπιστήμιο του Πειραιά 170 Καθηγητές και 25.000 φοιτητές, δηλαδή τους μισούς Καθηγητές για οκτώ φορές παραπάνω φοιτητές. Θέλει χρήμα το πράγμα…! Και να τους συγκεντρώσεις εκεί στις τεχνολογίες αιχμής που διαθέτουμε καταπληκτικά μυαλά και ταλέντα στη χώρα μας.
Η Ελλάδα για να το κάνει αυτό πρέπει να απαλλαγεί από την πολιτική λιτότητας που μας επιβάλλει η εποπτεία. Να παλέψει και ενάντια στην ολιγαρχία που μας έφερε σε αυτά τα χάλια, θυμηθείτε τη μάχη με τα κανάλια. Σε αυτή τη μάχη κάνουμε και λάθη σαν Κυβέρνηση και εγώ έχω κάνει πολλά λάθη. Αλλά είμαστε σε σωστό δρόμο και με σωστό κριτήριο: τις ανάγκες του τόπου και του λαού.
Σε αυτή την ιστορία θέλει μια προσοχή να μην πέσουμε στον «οικονομισμό» όπως το λέω εγώ, δηλαδή να μην περιορίσουμε τη σκέψη μας -και θα σας εξηγήσω γιατί- μόνο στην οικονομία. Διότι πέρα από την οικονομία, που θα αναφερθώ σε συντομία, η χώρα έχει ανάγκη από ασφάλεια και ο λαός μας έχει ανάγκη από την αίσθηση της ασφάλειας και πιστεύουμε ότι τα καταφέραμε. Κρατάμε τη χώρα νησίδα σταθερότητας σε μια ανασφαλή περιοχή και μας το αναγνώρισαν αυτό όλοι και είναι κατάκτησή μας.
Πριν από δυο χρόνια μας κορόιδευαν όταν λέγαμε για τη γεωπολιτική σημασία της χώρας, μας κορόιδευαν όταν λέγαμε για την ανάγκη σταθεροποίησης της χώρας σε ένα ασταθές περιβάλλον. Σήμερα το παπαγαλίζουν όλοι, ως να είναι δικό τους. Με γεια και με χαρά τους, εμείς προβλήματα πνευματικής ιδιοκτησίας δεν έχουμε.
Χρειάζεται όμως ασφάλεια και εσωτερική. Χρειάζεται να αντιμετωπίσουμε δυο μεγάλα προβλήματα: το ένα είναι το προσφυγικό. Το προσφυγικό, η πραγματική και αυθεντική του λύση είναι η ειρήνη στη Συρία και πρέπει να βοηθήσουμε και να συμβάλλουμε να διαμορφωθεί και στη χώρα μας και σε όλη την Ευρώπη ένα αντιπολεμικό Κίνημα.
Διότι όσο θα βομβαρδίζεται από τις πιο διαφορετικές δυνάμεις η Συρία, όσο θα τροφοδοτείται με μαχητές από όλες τις χώρες της περιοχής και από άλλες χώρες μέσω της Τουρκίας, όσο θα δίνονται απέραντοι πόροι οικονομικοί και σε εξοπλισμούς στις μαχόμενες δυνάμεις μέσα στη Συρία, ειρήνη δεν θα υπάρξει. Δεν μπορούμε να περιμένουμε αυτό που περιμένει κανείς στην ιστορία, ότι ένας εμφύλιος πόλεμος κάποια στιγμή θα τελειώσει. Διότι κουράστηκε ο πληθυσμός, ή δεν έχει άλλους πόρους. Διότι αυτά όλα μπαίνουν απ’ έξω, ανεξάρτητα από την κούραση του πληθυσμού.
Για να σταματήσουν, πρέπει να πιέσουμε με ένα μεγάλο Κίνημα ειρήνης, τερματισμού του πολέμου στη Συρία.
Επίσης κάτι που κάναμε, πρέπει να σταθεροποιήσουμε την Αίγυπτο. Όχι γιατί μας αρέσει η μία ή η άλλη φυσιογνωμία Αιγύπτιων πολιτικών, αλλά γιατί η Αίγυπτος έχει 97 εκατομμύρια πληθυσμό, εκ των οποίων τα 2/3 είναι κάτω των 26 ετών και χωρίς επάγγελμα και προοπτική. Και πίσω από την Αίγυπτο υπάρχει το Σουδάν με εμφύλιο πόλεμο και πίσω από το Σουδάν υπάρχει το κατεστραμμένο κράτος της Σομαλίας, της Νιγηρίας και ούτω καθ’ εξής.
Είναι 200 εκατομμύρια. «Θα ανοίξει το κουτί της Πανδώρας», λέω στους Βορειοευρωπαίους. Το κουτί της Πανδώρας αν αφήσουμε να αποσταθεροποιηθεί η Αίγυπτος και να μην οδηγηθεί σε δημοκρατική διαδικασία. Αλλά αποσταθεροποίηση σημαίνει δεκάδες εκατομμύρια προσφύγων. Δεν μιλάμε μετά για προβλήματα των ελληνικών νησιών, δεν ξέρω αν τα νησιά θα βουλιάζουν, δεν ξέρω πόσα εκατομμύρια θα εγκατασταθούν εκεί ή θα προσπαθήσουν, πρέπει να αποτραπεί η αποσταθεροποίηση της περιοχής.
Το τρίτο που κάναμε σαν εξωτερική πολιτική είναι, -ενώ τους τα είπαμε από το ’15 και δεν μας άκουγαν, τελικά υποχρεώθηκαν μετά από το Μάη του ’16- να δώσουν λεφτά στην Ιορδανία και στον Λίβανο. Διότι η Ιορδανία και ο Λίβανος είναι οι χώρες που έχουν το μεγαλύτερο ποσοστό προσφύγων 3,5 εκατομμύρια, πέρα των Παλαιστινίων που έχουν από το παρελθόν και πήγαν οι ‘ξύπνιοι’ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ο.Η.Ε. και έκοψαν τη χρηματοδότηση αυτών των λεγομένων στρατοπέδων.
Και την επομένη 360.000 κινήθηκαν προς Ευρώπη. Είναι, τους είπα, πολύ πιο φτηνό να πληρώνεις σε αυτή την περιοχή όταν οι άνθρωποι θέλουν μάλιστα να μείνουν, γιατί ο λαός της Συρίας είναι περήφανος λαός και ουδέποτε ήθελε από μόνος του να μετακινείται, παρά να προσπαθείς να λύσεις το πρόβλημα στην ίδια την Ευρώπη.
Και το δεύτερο ζήτημα που έχουμε με την ασφάλεια, είναι –εγώ είμαι πάρα πολύ περήφανος- το εξαιρετικό έργο που κάνει ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη ο Νίκος Τόσκας και θέλω να σας πω το εξής: οποιοδήποτε άλλου πολιτικού Κόμματος Υπουργός έκανε μερικά από αυτά που θα σας αναφέρω, θα ήταν πρωτοσέλιδο με «μπράβο», αλλά δεν είναι διαπλεκόμενος ο άνθρωπος. Δεν του αρέσει και η διαφθορά, είναι ένας άνθρωπος που μένει σε ένα μικρό σπίτι, που είχε τη μικρή του σύνταξη που έχουν οι στρατηγοί, αλλά που ξέρει να κάνει επιχειρήσεις. Και με τις επιχειρήσεις που έκανε, συνέλαβε την αλβανική μαφία στο κέντρο της Αθήνας. Το είδατε; Σας έκαναν ρεπορτάζ;
Κατάφερε να βγάλει το εμπόριο ναρκωτικών από τα Εξάρχεια, τουλάχιστον το χοντρό. Κατάφερε –εγώ το θεωρώ κατόρθωμα- να πιάσει μια συμμορία 81 ατόμων οι οποίοι κατάκλεβαν τις μεγάλες πόλεις με κινητοποίηση 1.000 αστυνομικών. Ξέρετε ποιο είναι το μεγάλο κατόρθωμα; Όχι η σύλληψή τους, ότι από τους 1.000 αστυνομικούς δεν έγινε -μέχρι να συλληφθούν όλοι αυτοί οι τύποι- καμία διαρροή στον Τύπο. Το σύνηθες στην Ελλάδα.
Και θέλω να σας πω και κάτι. Ασφαλώς στην Ειδομένη είχαμε προβλήματα, αλλά τα προβλήματα της Ειδομένης ας τα συγκρίνετε με το τι συνέβη στο Καλέ της Γαλλίας. Με πιο τακτικό τρόπο, αναίμακτο τρόπο μετακινήθηκαν αυτές οι χιλιάδες, από την Ειδομένη σε αντίθεση με το Καλέ.
Λίγα λόγια για την οικονομία, πριν πάω στο τέλος. Πιστεύω ότι πρέπει να παλέψουμε μαζί με την Κυβέρνηση και με το ΣΥΡΙΖΑ το παράλληλο πρόγραμμα που έχουν διαμορφώσει οι αρμόδιοι Υπουργοί και ένα πρόγραμμα ανάπτυξης της χώρας για να μπορέσει να ανασάνει και αν γίνονται λάθη ή παραλείψεις πάντα είμαστε ανοιχτοί. Μου είπαν μερικοί σύντροφοι το πρωί, ιδιαίτερα αγρότες πάνω σε αυτά τα ζητήματα, να θυμόμαστε ότι η συμφωνία του καλοκαιριού του ’15 δεν είναι το δικό μας πρόγραμμα, είναι ένας συμβιβασμός.
Και είναι ένας συμβιβασμός που έχει καλά στοιχεία και δύσκολα στοιχεία και αυτά τα δύσκολα στοιχεία δεν επιτρέπουν να μας κουνάνε το δάχτυλο αυτοί που μας έφεραν μέχρι εδώ και που στηρίζονται στο θυμικό ότι οι Έλληνες δεν έχουν μνήμη. Σαράντα χρόνια πολιτικής τους μας φέρανε εδώ. Και εν τέλει, αυτή η πάλη να είναι και μια συμμαχία ενάντια στη διαφθορά.
Εγώ είμαι περήφανος σαν Υπουργός Εξωτερικών –άντε να το πω κι εγώ μια φορά ότι είμαι περήφανος για κάτι- που έχουμε στείλει 43 υποθέσεις οικονομικών σκανδάλων στον Εισαγγελέα και άλλες 48 εσωτερικές υποθέσεις που φτάνουν από πώληση βίζας μέχρι διαβατηρίων.
Είχαν μάθει να είναι ανεξέλεγκτοι. Με λένε σκληρό. Ναι, στην πάλη ενάντια στη διαφθορά και στο ξεπούλημα βίζας και διαβατηρίου δε θα κάνω πίσω!
Αλλά θέλω να σημειώσω ότι δίπλα στη μάχη για την οικονομία, για την εξωτερική πολιτική, έχει μεγάλη σημασία η μάχη για την παιδεία, που ανέφερα δυο φορές, για την υγεία, για την κοινωνική δικαιοσύνη. Τα ξέρετε αυτά. επιτρέψτε μου για κάτι που αγαπώ πολύ και το ξεχνάμε: Ουδέποτε η Αριστερά μεγαλούργησε χωρίς κίνημα πολιτισμού. Ουδέποτε η Αριστερά έδωσε μάχες χωρίς να τραγουδάμε και να ζωγραφίζουμε.
Εγώ πολιτικοποιήθηκα με το τραγούδι και του Μίκη αλλά και του δεξιού Χατζηδάκη και του δεξιού Ξαρχάκου και με τους φίλους μου μετέπειτα, πολύ καλούς μου φίλους, όπως είναι ο Θάνος Μικρούτσικος. Θυμίζω ότι μια από τις πρώτες διαδηλώσεις ήταν μετά από μια συναυλία του Μαρκόπουλου στο Σπόρτινγκ όπου βγήκαν 3.000 άνθρωποι και διαδήλωναν τραγουδώντας το «Πότε θα κάνει ξαστεριά» και με την Αστυνομία να είναι σε πλήρη απορία: Το «Πότε θα κάνει ξαστεριά» είναι τώρα λαϊκό τραγούδι, αντιχουντικό τραγούδι, πρέπει να συλληφθούν, δεν πρέπει να συλληφθούν; Γιατί; Ποια είναι η σημασία του πολιτισμού; Ποια είναι η σημασία της ποίησης;
Εγώ όταν ήμουν μαθητής, πέρα από τα ερωτικά στιχάκια που γράφαμε όλοι –ας με συγχωρέσουν οι κυρίες για τον τρόπο που τις μαχαίρωνα με αυτά τα στιχάκια- διαβάζαμε ποίηση. Μαθαίναμε ποίηση γιατί είναι η μορφή της τέχνης που στην Ελλάδα από την αρχαιότητα, από την εποχή του Ομήρου διαδιδόταν με τον πιο γρήγορο, άμεσο τρόπο ιδιαίτερα και σ’ ένα λαό που δεν ήταν σε πολλές περιόδους μορφωμένος. Η ποίηση και το τραγούδι πάνω στην ποίηση είναι μορφές λαϊκής τέχνης.
Τι κάνει αυτό; –έτσι έλεγε ο Νομπελίστας Πορτογάλος συγγραφέας: «Λέει το ανείπωτο». Θα μου πείτε τώρα, πώς μπορεί να λέει ο πολιτισμός το ανείπωτο; Ή το λέει ή είναι ανείπωτο. Εννοεί ο ποιητής ότι λέει αυτό που είναι στα βάθη της καρδιά μας, αυτό που δεν εμφανίζεται εύκολα, αυτό που χρειάζεται τον πολιτισμό για να βγει, να εμφανιστεί.
Δηλαδή τί κάνει; Είναι αυτό που σπάει το φόβο και την απαισιοδοξία. Μηχανισμούς που δύσκολα αποδεχόμαστε αλλά ο πολιτισμός; Και γι’ αυτό πρέπει η Αριστερά να δώσει μεγάλη μάχη για τον πολιτισμό. Και βέβαια, πρέπει να δώσουμε και μια μάχη διαμόρφωσης ενός μεγάλου μετώπου σωτηρίας της χώρας.
Χαίρομαι που έχουμε κι από διαφορετικά κόμματα τους Υπουργούς, τον Γιάννη Αμανατίδη, τον Τέρενς Κουίκ, τον Νίκο Τόσκα, αν δε βλέπω κάποιον συγχωρέστε τη μυωπία της ηλικίας. Πρέπει να φτιάξουμε αυτό το μέτωπο. Και σ’ αυτό το μέτωπο έχουν θέση όλες οι πατριωτικές δυνάμεις πολύ πέρα από την Αριστερά, έχει κύριο ρόλο με το χαρισματικό του ηγέτη ο ΣΥΡΙΖΑ και έχουν ρόλο- κι αυτό αφορά εμάς στο «Πράττω», πιο στενά- οι μη μορφοποιημένες σε πολιτική δύναμη αποδιοργανωμένες δυνάμεις του πατριωτισμού, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της δημοκρατίας.
Εμείς είμαστε το «Πράττω» μια Κίνηση που απευθυνόμαστε σε ανθρώπους που πιστεύουν σ’ αυτή την πατρίδα, που θεωρούν τον πατριωτισμό μεγάλο στοιχείο από τις Θερμοπύλες μέχρι την αντίσταση στο γερμανικό φασισμό, που αντιστάθηκαν και στις κυβερνήσεις της ΕΡΕ και στις χούντες μετά, τελείως διαφορετική αντίσταση.
Είμαστε σε κοινό στόχο με τις δυνάμεις της άλλης Αριστεράς και πριν απ’ όλα την ισχυρότερη, το ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά να το πούμε ειλικρινά, έχουμε διαφορετική πολιτική κουλτούρα. Θεωρούμε μεγαλύτερης σημασίας τα προβλήματα ταυτότητας των ανθρώπων και της κοινωνίας, των πιστεύω τους, των αντιλήψεών τους, των παραδόσεών τους, του τρόπου προσέγγισης της πραγματικότητας, της αίσθησης του καθήκοντος απέναντι στην πατρίδα.
Δε θέλουμε ν’ αφήσουμε στην Ακροδεξιά τον πατριωτισμό και να γίνει φασιστική, εθνικιστική ιδεολογία. Δικαιούμαστε σαν Αριστερά τον πατριωτισμό διότι εμείς δε συνεργαστήκαμε με τον κατακτητή.
Διότι εμείς δεν κάναμε πραξικοπήματα στην Κύπρο ν’ ανατρέπουμε το νόμιμο ηγέτη του νησιού. Εμείς δουλεύουμε για τη λύση του Κυπριακού.
«Πράττω» σημαίνει άνοιγμα στις ψυχές και στον πολιτισμό μας, στις παραδόσεις μας και στο μέλλον μας, όπως τα βλέπουμε μέσα από τη βιομηχανική επανάσταση, την τέταρτη που πρέπει να κάνουμε.
Σημαίνει ένα πατριωτικό κίνημα που θα συμβάλλει στην παραπέρα σταθεροποίηση και ενίσχυση της σημερινής κυβέρνησης, της κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας.

Απάντηση

Αρέσει σε %d bloggers: