Τύπος Πειραιώς - Ενημέρωση

Δριμεία κριτική στην κυβέρνηση από τον Σταϊκούρα, κατά τη συζήτηση του “Economist”

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ/ΑΓΟΡΑ στις 15/06/2018

“Οικονομία ασθμαίνουσα”

|> Άρχισε χθες και συνεχίζεται και σήμερα 15/6, η 22η Συζήτηση Στρογγυλής Τραπέζης με την Ελληνική Κυβέρνηση, που οργανώνει το “Economist”, στο Grand Resort Lagonissi.

Το σχέδιο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, για μια «επενδυτική έκρηξη, ύψους 100 δισ. ευρώ» την επόμενη πενταετία, μέσω της επίτευξης ρυθμών ανάπτυξης «της τάξης του 4%», ανέλυσε από το βήμα της 22ης Συζήτησης Στρογγυλής Τραπέζης με την Ελληνική Κυβέρνηση ο βουλευτής και τομεάρχης Οικονομικών της Νέας Δημοκρατίας Χρήστος Σταϊκούρας.

Όπως είπε, ο στόχος αυτός είναι εφικτός με αλλαγή του μίγματος δημοσιονομικής πολιτικής, με την απλοποίηση και σταθεροποίηση της φορολογικής νομοθεσίας και με τη σταδιακή μείωση των φορολογικών συντελεστών νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Επίσης, με την υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που θα βελτιώσουν τη ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, με την ενδυνάμωση του υγιούς ανταγωνισμού στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, με την υλοποίηση αποκρατικοποιήσεων και την αξιοποίηση της δημόσιας ακίνητης περιουσίας, καθώς και με τη δημιουργία ενός «αποτελεσματικού, ευέλικτου, σύγχρονου και παραγωγικού κράτους, με απλούστερες δομές, σαφείς αρμοδιότητες, ξεκάθαρους κανόνες λειτουργίας και διαδικασίες αξιολόγησης».

Ο κ. Σταϊκούρας άσκησε δριμεία κριτική στην κυβέρνηση, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «η οικονομία της χώρας οδεύει ασθμαίνουσα» προς την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος στο τέλος Αυγούστου. «Η κατάσταση αγκομαχά να επανέλθει στο επίπεδο του 2014», σημείωσε, τονίζοντας ότι έκτοτε η ανταγωνιστικότητα έχει υποχωρήσει, το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών έχει συρρικνωθεί, οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων έχουν μειωθεί και οι κεφαλαιακοί περιορισμοί που επιβλήθηκαν το 2015 εξακολουθούν να υφίστανται.

Ο ίδιος στάθηκε στους δημοσιονομικούς στόχους, οι οποίοι «τα τελευταία χρόνια επιτυγχάνονται και μάλιστα υπερκαλύπτονται», αλλά «αυτό συμβαίνει με την υπερ-φορολόγηση νοικοκυριών και επιχειρήσεων, αναγκαστικά μέτρα είσπραξης και στέρηση πόρων από αναπτυξιακά κρίσιμους και κοινωνικά ευαίσθητους τομείς».

Αναφερόμενος στο ζήτημα του ελληνικού χρέους, ο κ. Σταϊκούρας μίλησε για την ανάγκη νέων παρεμβάσεων, «μετά την επιβάρυνσή του την τελευταία τριετία», όπως είπε, «στηριζόμενες σε αποφάσεις του παρελθόντος οι οποίες με ευθύνη των εταίρων ακόμη δεν έχουν υλοποιηθεί». Στο πλαίσιο αυτό, διατύπωσε το αίτημα της αξιωματικής αντιπολίτευσης «οι παρεμβάσεις αυτές να είναι καθαρές, ποσοτικοποιημένες και αυτόματες».

Joan Hoey

Τα οφέλη των προγραμμάτων προσαρμογής στην Ελλάδα είναι πολύ μικρότερα απ’ ό,τι σε άλλες χώρες της Ευρωζώνης, παρατήρησε η περιφερειακή διευθύντρια Ευρώπης του Economist Intelligence Unit Joan Hoey. Μεταξύ άλλων, υπογράμμισε ότι υπήρξε βελτίωση στο εμπορικό ισοζύγιο, της τάξης του 8% μέσα σε 9 χρόνια, η οποία ωστόσο ξεκίνησε από ιδιαίτερα χαμηλή βάση.

Η ίδια προέβλεψε ότι η χώρα θα παραμείνει σε δημοσιονομικό «μανδύα» για μακρά περίοδο, εξαιτίας του υψηλού δημόσιου χρέους. Επεσήμανε επίσης ότι προβάλλει δυσμενής η δημογραφική προοπτική. Ευρύτερα, σημείωσε ότι η Ελλάδα θα είναι ευάλωτη σε κάποιο εξωτερικό σοκ. Ένα ενδεχόμενο Grexit δεν συνιστά απειλή βραχυπρόθεσμα, αλλά το χρέος διατηρεί ζωνταντό το σενάριο σε μεσομακροπρόθεσμη βάση, εκτίμησε η κ. Hoey, προσθέτοντας ότι θα είναι καθοριστικοί για τις εξελίξεις οι ρυθμοί ανάπτυξης που θα ακολουθήσουν τα επόμενα χρόνια. Επίσης τόνισε ότι η Ελλάδα θα βγει από το πρόγραμμα με ένα αποθεματικό ασφαλείας, υπό την επισήμανση ότι η χώρα δεν έχει να αντιμετωπίσει ιδιαίτερες εξυπηρετήσεις χρέους τα αμέσως επόμενα χρόνια.

Valdis Dombrovskis

«Η Ελλάδα πλησιάζει στο τέλος μιας Οδύσσειας», ανέφερε χαρακτηριστικά ο αντιπρόεδρος αρμόδιος για το ευρώ και τον κοινωνικό διάλογο, καθώς και για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και την ένωση κεφαλαιαγορών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Valdis Dombrovskis, τονίζοντας ότι οι θεσμοί και η ελληνική κυβέρνηση εργάζονται για την επίτευξη μιας συνολικής συμφωνίας στο Eurogroup σε μια βδομάδα από σήμερα.

Ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν τάχθηκε υπέρ εμπροσθοβαρών μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους ως σημαντικού στοιχείου για τη διασφάλιση της σταδιακής επιστροφής στις αγορές.

Ο κ. Dombrovskis αναφέρθηκε στο γεγονός ότι η Ελλάδα αποτελεί τη μία από τις οκτώ ευρωπαϊκές χώρες που προβλέπεται να έχουν δημοσιονομικό πλεόνασμα το 2018. Στο πλαίσιο αυτό, σημείωσε ότι αναμένεται κάποιος δημοσιονομικός χώρος. «Βεβαίως, οι λεπτομέρειες αναφορικά με τη χρήση του θα χρειαστεί να συζητηθούν, αλλά είναι μια θετική εξέλιξη», συμπλήρωσε ο Ευρωπαίος αξιωματούχος.

Μεταξύ άλλων, ο ίδιος στάθηκε στην παράμετρο των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Σημείωσε ότι έχει επιτευχθεί καλή πρόοδος στην Ελλάδα, ωστόσο, τόνισε ότι η χώρα διατηρεί ακόμη το υψηλότερο επίπεδο των λεγόμενων «κόκκινων» δανείων στην ΕΕ. Σε επίπεδο Ευρωζώνης, ο κ. Dombrovskis επεσήμανε ότι η ανάπτυξη προβλέπεται να συνεχίσει ανοδικά, αν και σε ελαφρώς βραδύτερο ρυθμό, το 2018 και το 2019.

Dominique de Villepin

«Δεν υπάρχει συναίνεση για τα μείζονα ζητήματα που αντιμετωπίζει η Ευρώπη σήμερα» τόνισε από το βήμα του ετήσιου συνεδρίου του Economist o πρώην πρωθυπουργός της Γαλλίας Dominique de Villepin, ο οποίος μίλησε για τις προκλήσεις με τις οποίες είναι αντιμέτωπη η Ευρώπη και αφορούν τόσο τις εσωτερικές εντάσεις όσο και την αυξανόμενη αστάθεια από στενούς φίλους και συνεργάτες. «Η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη έχει αποδυναμωθεί από την άνοδο του λαϊκισμού και η ευρωπαϊκή ακεραιότητα έχει τεθεί σε κίνδυνο λόγω του Brexit (2016) και της τάσης υπέρ της ανεξαρτησίας στην Καταλονία (2017), που αναδύουν κινδύνους για την συνοχή της Ευρώπης… Το 2019, η Ευρώπη θα αντιμετωπίσει μία από τις πιο δύσκολες περιόδους της ιστορίας της λόγω διαπραγματεύσεων περί Brexit και κρίσιμων εκλογών σε Ελλάδα και Πολωνία», ανέφερε, για να τονίσει ότι ο κίνδυνος προέρχεται και από το εξωτερικό.

«Χρειαζόμαστε ρεαλιστικές προοπτικές συνεργασίας. Φυσικά, όλοι θέλουμε περισσότερη ανάπτυξη, αλλά η προτεραιότητα είναι να τεθεί τέλος στη λιτότητα. Θέλουμε επίσης να μεταρρυθμίσουμε την Ευρωζώνη, αλλά πάνω απ’ όλα πρέπει να εξηγήσουμε το στόχο και το όφελος μιας τέτοιας κατάστασης», πρόσθεσε, για να καταλήξει ότι σήμερα μπορεί να υπάρξει μια ευκαιρία για την Ευρώπη, να κάνει η Ελλάδα ένα comeback. «Ο πρόεδρος Μακρόν πέρυσι έδειξε μια προοπτική δράσης, διότι πρέπει να δημιουργήσουμε μια νέα ορμή για τα πράγματα», υπογράμμισε ο πρώην Γάλλος πρωθυπουργός.

Ερωτηθείς για το θέμα της Κίνας τόνισε ότι «πρόκειται για ευκαιρία αλλά και κίνδυνο. Μπορεί να είμαστε μπροστά σε μία παγίδα. Πρέπει να εξετάσουμε το ενδεχόμενο να μην είναι το όλο ζήτημα ο Τραμπ. Βιώνουμε μια ιστορική στιγμή. Οι ΗΠΑ έχουν μπει σε μια μάχη για να επιβραδύνουν τον ρυθμό ανάπτυξης της Κίνας κι αυτό είναι το πρόβλημα. Η Κίνα ως το 2049 θα είναι η κορυφαία οικονομία, με τρεις φορές μεγαλύτερο ΑΕΠ από αυτό των ΗΠΑ».

Λόρδος Ashdow

«Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι η σωστή αντίδραση στις περιστάσεις που αντιμετωπίζει η Ευρώπη είναι να ενισχύσουμε την αλληλεγγύη και το οπλοστάσιο των συνεργασιών μας. Θα είναι τραγωδία να μην το συνειδητοποιήσουμε”, τόνισε από το βήμα του Economist ο πρώην ηγέτης των Φιλελευθέρων Δημοκρατικών (Liberal Democrats) και πρώην Ύπατος Εκπρόσωπος για τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη Λόρδος Ashdow, ο οποίος ανέφερε ότι η ατζέντα του προέδρου Μακρόν μπορεί να μην είναι σωστή σε ειδικά θέματα, αλλά σε γενικές γραμμές βρίσκεται προς τη σωστή κατεύθυνση.

Ζήτησε αλλαγή αρχιτεκτονικής στη στρατηγική διαχείρισης του μεταναστευτικού και εστίασε στα προβλήματα με την ενταξιακή πορεία των βαλκανικών χωρών, σημειώνοντας ότι η εικόνα της κατάστασης είναι αυτή μιας ωρολογιακής βόμβας, της οποίας το φιτίλι καίει σήμερα…. «Κάποιοι θεωρούν ότι η κατάσταση βελτιώνεται. Δεν είναι έτσι. Πρέπει να βελτιώσουμε για παράδειγμα τη δομή εντός της οποίας λειτουργεί το Κόσοβο για να βελτιωθεί το περιβάλλον. Άλλο θέμα είναι η Βοσνία-Ερζεγοβίνη, όπου παρατηρούμε μια αντίστροφη τάση από πορεία ένταξης στην ΕΕ σε πορεία απομάκρυνσης από την ΕΕ… Ορατός είναι ο κίνδυνος για θρησκευτικές και πολιτικές εσωτερικές διαμάχες, που υπονομεύει τη μακροπρόθεσμη προοπτική της ένταξης στην ΕΕ», ανέφερε για να εξηγήσει: «Δεν μπορώ να δω πώς θα εξασφαλίσουμε το μέλλον των Βαλκανίων αν κάνουμε ό,τι έφερε τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη πριν μερικά χρόνια σε πολεμική κατάσταση…». Σχολίασε επίσης ότι όταν δημιουργείς δυσλειτουργικά κράτη μετά είναι δύσκολο να παρέμβεις σε αυτά. «Και για το ισλαμικό χαρτί, που παίζεται τώρα, ανησυχώ διότι είναι άκαιρο…», πρόσθεσε μεταξύ άλλων ο Λόρδος Ashdown.

Klaus Regling

«Είμαστε στη γραμμή τερματισμού του μαραθωνίου», ανέφερε χαρακτηριστικά από το βήμα του Economist  ο διευθύνων σύμβουλος του ESM Klaus Regling, ο οποίος ωστόσο υπογράμμισε ότι, ακόμη και όταν σταθεί στα πόδια της, ο ESM δεν θα εγκαταλείψει την Ελλάδα.

Σύμφωνα με τον κ. Regling, πρέπει να γίνει πολλή δουλειά τις επόμενες λίγες μέρες και η ψηφοφορία σήμερα στην ελληνική βουλή, με αντικείμενο τα 88 προαπαιτούμενα της 4ης αξιολόγησης του προγράμματος, είναι ουσιαστική προς αυτήν την κατεύθυνση. Ο ίδιος δήλωσε αισιόδοξος για την εκταμίευση της υποδόσης ύψους 1 δις που εκκρεμεί από την 3η αξιολόγηση – προϋποθέσεις είναι η παράθεση στοιχείων για τη μείωση των ληξιπρόθεσμων οφειλών του δημοσίου και η πρόοδος στους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς.

Η τελευταία εκταμίευση του προγράμματος μπορεί να είναι ουσιαστική, ανέφερε ο κ. Regling, τονίζοντας ότι το ποσό θα διατεθεί στη δημιουργία αποθεματικού για την περίοδο μετά το πρόγραμμα. Το αποθεματικό αυτό θα διασφαλίζει τις χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας για τουλάχιστον 12 μήνες.

Στην Ελλάδα συνήθως δόθηκε μεγαλύτερη έμφαση στο ζήτημα του χρέους παρά στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, παρατήρησε ο κ. Regling. Σε κάθε περίπτωση, όπως είπε, το Eurogroup «ίσως αποφασίσει» επιπρόσθετα μέτρα ελάφρυνσης. «Αλλά μην ξεχνάμε ότι η Ελλάδα έχει ήδη επωφεληθεί από μέτρα ελάφρυνσης του χρέους», συμπλήρωσε ο αξιωματούχος του ESM. Εξάλλου, ακόμη και χωρίς πρόσθετα μέτρα ελάφρυνσης, οι ωριμάνσεις του ελληνικού χρέους φτάνουν μέχρι και το 2059, τόνισε ο επικεφαλής του ESM. Σημείωσε πάντως ότι η Ευρωζώνη είναι διατεθειμένη να βοηθήσει και σε πιο μακροπρόθεσμη βάση την Ελλάδα καθώς «είμαστε μια οικογένεια».

Ο κ. Regling επεσήμανε ότι «η κατάσταση παραμένει δύσκολη» στον τομέα των μη εξυπηρετούμενων δανείων και πως η έξοδος στις αγορές «παραμένει εύθραυστη». Στο πλαίσιο αυτό, σχολίασε ότι «είναι κρίσιμο» η Ελλάδα να παραμείνει προσηλωμένη στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων μετά το πρόγραμμα.

Γιώργος Χουλιαράκης

Το αποθεματικό ασφαλείας για την περίοδο μετά το τέλος του προγράμματος θα είναι είναι 17-18 δις και θα αποτελεί έναν ειδικό λογαριασμό που δεν θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για άλλον λόγο παρά για την αποπληρωμή του χρέους, υπογράμμισε κατά την εισήγηση που παρέθεσε στο πλαίσιο της ετήσιας Συζήτησης Στρογγυλής Τραπέζης με την Ελληνική Κυβέρνηση του Economist ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης.

Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο ίδιος ανέφερε χαρακτηριστικά ότι θα ήταν μεγάλο λάθος αν η δημοσιονομική πολιτική δεν διατηρούνταν και μετά το πρόγραμμα. «Αλλά είμαι αισιόδοξος ότι το πολιτικό σύστημα έχει μάθει το μάθημά του τα τελευταία χρόνια. Κανένας στην Ελλάδα δεν θα επιθυμούσε ένα πισωγύρισμα στην οικονομία εξαιτίας πολιτικών λαθών. Συνεπώς, δεν δίνω υψηλές πιθανότητες να συμβεί κάτι τέτοιο».

Ο κ. Χουλιαράκης σημείωσε ότι υπήρξε επιτυχής έξοδος της Ελλάδας στις αγορές τους τελευταίους 11 μήνες και διέψευσε δημοσιεύματα σύμφωνα με τα οποία το ελληνικό δημόσιο ανέβαλε νέες εκδόσεις ομολόγων. «Δεν αναβάλαμε καμία έκδοση ομολόγου, διότι δεν είχαμε σχεδιάσει κάποια έκδοση ομολόγου, είναι κάτι που δεν μπορείς να το κάνεις από πριν».

Σύμφωνα με τον κ. Χουλιαράκη, ο πυρήνας του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού πλαισίου είναι οι θετικές επιδόσεις στην επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων και η μεσαία ανάπτυξη λόγω της ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας. «Παρά το γεγονός ότι θα κινηθούμε σε πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ, θα έχουμε χώρο να διαθέσουμε για μεσαία επέκταση. Ο λόγος είναι η ανάπτυξη, το γεγονός ότι η οικονομία ανακάμπτει», υποστήριξε ο αναπλ. υπουργός Οικονομικών.

«Έχουμε ακόμη πολλή δουλειά να κάνουμε», σημείωσε, δίνοντας έμφαση στην ανάγκη μεγαλύτερης αλληλεπίδρασης με την επενδυτική κοινότητα.

Παύλος Μυλωνάς

Οι ελληνικές τράπεζες έχουν πολύ υψηλό επίπεδο μη εξυπηρετούμενων δανείων, στο 49%, άρα δανείζονται ρευστότητα με πολύ χειρότερους όρους σε σχέση με τις τράπεζες σε άλλες χώρες, υπογράμμισε κατά την ομιλία του στο ετήσιο συνέδριο του Economist ο ασκών καθήκοντα διευθύνοντος συμβούλου της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Παύλος Μυλωνάς.

Όπως είπε, το χρέος των επιχειρήσεων ως προς το Ebitda είναι πολύ υψηλότερο -6,3% στην Ελλάδα, 4% στην Ευρωζώνη- και το πρόβλημα είναι ακόμη πιο έντονο στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Παρά τη μετάβαση των ρυθμών ανάπτυξης σε θετική περιοχή τα τελευταία τρία χρόνια, το εισόδημα των νοικοκυριών έχει μειωμένη μεγέθυνση -αρνητική άνοδος 5%-  λόγω των πληρωμών σε φόρους, παρατήρησε ο κ. Μυλωνάς, σημειώνοντας ότι τα ελληνικά νοικοκυριά αντιμετωπίζουν κόστος εξυπηρέτησης δανείων στο 18% του διαθέσιμου εισοδήματος, έναντι 13% στην ΕΕ.

Ο ίδιος χαρακτήρισε ως το πιο δύσκολο ζήτημα στην Ελλάδα τα ενυπόθηκα δάνεια, τονίζοντας ότι καμία άλλη χώρα δεν έχει ποτέ κληθεί να διαχειριστεί ένα τέτοιο χαρτοφυλάκιο. Στο πλαίσιο αυτό, επεσήμανε την παράμετρο των στρατηγικών κακοπληρωτών με μακροχρόνια καθυστέρηση.

Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορούμε και πρέπει να κάνουμε στην Ελλάδα για να πετύχουμε ανάπτυξη, τόνισε ο κ. Μυλωνάς, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα δεν μπορούν να φέρουν την ανάπτυξη από μόνα τους. Εξέφρασε δε την εκτίμηση ότι τα επόμενα 5 χρόνια η ανάπτυξη στην Ελλάδα θα είναι στέρεη.

Philip Gerson

«Ο χρόνος τελειώνει, αλλά συνεχίζουμε την προσπάθεια» είναι το μήνυμα που έστειλε από το βήμα του συνεδρίου του Economist ο αναπληρωτής διευθυντής του ευρωπαϊκού τμήματος του ΔΝΤ Philip Gerson αναφορικά με τα περιθώρια ενεργοποίησης του προγράμματος του Ταμείου στην Ελλάδα. Υπάρχουν διάφορες ευκαιρίες για να προχωρήσουμε με την ανάλυση βιωσιμότητας χρέους (DSA), ανέφερε ο κ. Gerson, υπογραμμίζοντας ότι αυτό που πρέπει είναι μια συμφωνία με την Ευρωζώνη την 21η  Ιουνίου.

Το ΔΝΤ μίλησε για μια σειρά υψηλών προκλήσεων στην Ελλάδα, που παραμένουν και αφορούν ένα «μη βιώσιμο βάρος χρέους», το δημογραφικό ζήτημα, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια το σύστημα κοινωνικής προστασίας το οποίο «δεν αντιμετωπίζει τη φτώχεια» στη χώρα.

«Η Ελλάδα χρειάζεται ελάφρυνση χρέους, στοιχείο ουσιαστικό, ειδάλλως, η χώρα δεν θα ανακάμψει», τόνισε ο αξιωματούχος του ΔΝΤ. Μεταξύ άλλων, εξέφρασε την εκτίμηση ότι η ελληνική οικονομία έχει ακόμη μεγάλο κενό ανταγωνιστικότητας, υπό την επισήμανση ότι -δεδομένου του βάθους της κρίσης που προηγήθηκε- οι ρυθμοί ανάπτυξης στην Ελλάδα «είναι απογοητευτικοί».

Η χώρα «γερνάει πιο γρήγορα» από την υπόλοιπη Ευρωζώνη, μεταξύ άλλων, επειδή οι νέοι αφήνουν τη χώρα, παρατήρησε, εκφράζοντας την άποψη ότι είναι δύσκολο να δει κανείς βιώσιμη ανάπτυξη στην Ελλάδα, αν δεν επιταχυνθεί η διαδικασία των μεταρρυθμίσεων.

«Στον μαραθώνιο, όταν περνάς τη γραμμή τερματισμού, πρέπει να συνεχίσεις να κινείσαι. Η Ελλάδα θα πρέπει να συνεχίσει να κινείται», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Γκέρσον. Το ΔΝΤ προβλέπει ανάπτυξη 2% στην Ελλάδα το 2018 και εκτιμά η Ελλάδα θα πετύχει τους στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα «χωρίς περαιτέρω μέτρα λιτότητας».

Declan Costello

«Υπάρχει πρόοδος στην Ελλάδα, αλλά στις διαρθρωτικές αλλαγές η νομοθέτηση είναι το πρώτο στάδιο και στη συνέχεια χρειάζεται η εφαρμογή. Αν δεν γίνει αυτό, δεν θα δει τα οφέλη η πραγματική οικονομία», υπογράμμισε από το βήμα του συνεδρίου του Economist ο επικεφαλής της αποστολής για την Ελλάδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Declan Costello, μιλώντας για την ανάγκη συνέχειας στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων.

Ο ίδιος στάθηκε στην εισήγηση της Κομισιόν για καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας στην Ελλάδα μετά τη λήξη του προγράμματος, καθώς «η επιτυχία ή αποτυχία ορισμένων μεταρρυθμίσεων θα κριθεί τα πρώτα χρόνια μετά το πρόγραμμα». Όπως είπε, το συγκεκριμένο καθεστώς θα ανανεώνεται κάθε 6 μήνες, ανάλογα με την πρόοδο.

Ο κ. Costello χαρακτήρισε σημαντικό στοιχείο την ελάφρυνση χρέους, που μπορεί να βοηθήσει στα spreads των ελληνικών ομολόγων. «Δεν χρειάζονται επιπλέον μεταρρυθμίσεις, αλλά θα πρέπει να εφαρμοστεί ό,τι συμφωνήθηκε μέχρι τώρα», τόνισε ο αξιωματούχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, προσθέτοντας ότι μετά το 2022 ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα μπορεί να μειωθεί στο 2% του ΑΕΠ, γεγονός που θα παράσχει «ακόμη περισσότερο δημοσιονομικό χώρο».

Francesco Drudi

«Η συμφωνία για το χρέος θα πρέπει να διασφαλίζει τη βιωσιμότητα για μια πιο μακρά περίοδο», επεσήμανε από το βήμα του Economist ο ανώτερος σύμβουλος και συντονιστής για την Ελλάδα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Francesco Drudi. Ο ίδιος σημείωσε ότι το αποθεματικό ασφαλείας θα πρέπει να είναι επαρκές. «Θα πρέπει να είναι εκεί, αλλά να χρησιμοποιηθεί με σύνεση», τόνισε ο αξιωματούχος της ΕΚΤ. Επιπλέον, πρόσθεσε ότι είναι καθοριστικό το στοιχείο της εποπτείας μετά το πρόγραμμα, καθώς οι μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να συνεχιστούν. Στο πλαίσιο αυτό, στάθηκε στη μεταρρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα. Όπως είπε, η ΕΚΤ διαπιστώνει αποτελέσματα στον τομέα των πλειστηριασμών, αλλά αναμένει την επιτάχυνση της διαδικασίας το επόμενο διάστημα. Σημείωσε δε πως το δικαστικό σύστημα θα πρέπει να ενδυναμωθεί και να είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις.

Nicola Giammarioli

Στη διατηρησιμότητα των μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα, ακόμη και μετά τη λήξη του προγράμματος, επικεντρώθηκε από το βήμα του Economist ο επικεφαλής της αποστολής για την Ελλάδα του ESM Nicola Giammarioli. «Είναι σημαντική η προσήλωση στις μεταρρυθμίσεις, ώστε να δώσουμε τη δυνατότητα στους Έλληνες πολίτες, που έχουν προβεί σε θυσίες, να δουν τα αποτελέσματα της πολυετούς προσαρμογής», ανέφερε χαρακτηριστικά ο αξιωματούχος του ESM. Μεταξύ άλλων, επέστησε στην προσοχή στη σημασία της μεταρρύθμισης του δημόσιου τομέα αλλά και της αγοράς προϊόντων. Παράλληλα, στάθηκε στον καίριο ρόλο του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων.

Julien Petit

Συγκρατημένα αισιόδοξος για το τραπεζικό σύστημα και τη δυνατότητα διοχέτευσης ρευστότητας στην πραγματική οικονομία, μέσω χορηγήσεων δανείων στις επιχειρήσεις εμφανίστηκε από το βήμα του ετήσιου συνεδρίου του Economist με την ελληνική κυβέρνηση ο διευθύνων σύμβουλος του investment banking division της Goldman Sachs Julien Petit.

Αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στη βελτίωση της κεφαλαιακής θέσης και  ρευστότητας των τραπεζών, τα επιτυχημένα stress tests, στον εξορθολογισμό της βάσης κόστους και στη βελτίωση της αποτελεσματικότητάς τους. Eιδικότερα, όπως είπε, το κόστος κινδύνου, παρότι είναι σε διαφορετικό επίπεδο για κάθε τράπεζα, βρίσκεται στα χαμηλά 7ετίας. Η GS Research (η οποία αποτελεί ανεξάρτητο φορέα απο το Investment Banking Division της Goldman Sachs) προβλέπει συνολικό RoTE 4,0% για τις συστημικές τράπεζες το 2019 και 5,7% το 2020.

Για το θέμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, σημείωσε ότι τα NPLs έχουν μειωθεί, από τα 75 δισ. ευρώ το 2014 σε 65 δισ. ευρώ το α’ τρίμηνο του 2018. «Στόχος του SSM είναι να μειωθούν στα 40 δισ. ευρώ και τα ΝΡΕs στα 62 δισ. μέχρι το 2019 – και θεωρείται εφικτός, αν και δύσκολος», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά.

Σύμφωνα με τον κ. Petit, έχουν γίνει κάποιες επιτυχημενες κινήσεις πώλησης χαρτοφυλακίων μεγάλης κλίμακας NPL και υπάρχουν συζητήσεις για επιπλέον πωλήσεις χαρτοφυλακίων ακαθάριστης λογιστικής αξίας 6 έως 7 δις ευρώ.

Προέβλεψε κερδοφόρα πορεία για τις τράπεζες εάν προωθηθούν διαρθρωτικές αλλαγές και μεταρυθμίσεις στην οικονομία και μιλώντας για την απόδοση των τιμών των μετοχών του τραπεζικού κλάδου τόνισε ότι σε μεγάλο βαθμό παρακολουθεί το μακροοικονομικό κλίμα – ο κλάδος διαπραγματεύεται σε τιμές ελαφρώς χαμηλότερες από τις τιμές στις οποίες ανακεφαλαιοποιήθηκε, τον Δεκέμβριο του 2015, με εξαίρεση την Πειραιώς που διαπραγματεύεται σε discount. Ο κλάδος διαπραγματεύεται με μέσο P/TBV 0,3 φορές έναντι 0,8 φορές κατά μέσο όρο για τη νότια Ευρώπη και 1,1 φορές για την υπόλοιπη Ευρώπη.

Νώντας Νικολαΐδης

Το κόστος δανεισμού και το κόστος σχηματισμού προβλέψεων θα παραμείνει υψηλό στον τραπεζικό κλάδο, σύμφωνα με τον Νώντα Νικολαΐδη, αντιπρόεδρο και senior credit officer, Financial Institutions Group της Moody’s Investors Service.

Ο κ. Νικολαΐδης άφησε να εννοηθεί ότι στον βαθμό που προωθηθούν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις υπάρχουν πιθανότητες αναβάθμισης των τραπεζών, αλλά ο “Μαραθώνιος” δεν έχει τελειώσει, όπως είπε χαρακτηριστικά.

Αναφέρθηκε στα stress tests, τονίζοντας ότι παρά τη μείωση κατά 15,5 δις. ευρώ του κεφαλαίου Common Equity Tier (CET1) κάτω από το αρνητικό σενάριο, ο δείκτης CET1 κάθε τράπεζας σε σταθμισμένα περιουσιακά στοιχεία παρέμεινε πάνω από 5,5%. Αυτό είναι μια καλή εξέλιξη παρά το γεγονός ότι η ποιότητα των κεφαλαίων παραμένει αδύναμη και, όπως σχολίασε ο κ. κ. Νικολαΐδης, η μεγαλύτερη πρόκληση είναι η μείωση των ΝΡΕ.

«Οι στόχοι των ελληνικών τραπεζών για μείωση των NPE κατά περίπου 40% την περίοδο του Ιουνίου 2016 – Δεκεμβρίου 2019 δίνουν μεγαλύτερη έμφαση στην πώληση προβληματικών δανείων», σημείωσε εξηγώντας ότι η κατάσταση των NPE στην Ελλάδα είναι ιδιαίτερα συσχετισμένη με τις πολιτικές εξελίξεις. ενώ προβλέπεται ότι η μεγαλύτερη μείωση των NPEs θα είναι κυρίως μέσω αναδιαρθρώσεων, πωλήσεων και διαγραφών. Σχολίασε ότι τα προβληματικά ενυπόθηκα δάνεια είναι δυσκολότερο να αντιμετωπιστούν  (το 30% των δανειοληπτών ενυπόθηκων δανείων υπέβαλαν αίτηση για νομική προστασία βάσει του νόμου Κατσέλη). Επίσης, o κ. Νικολαΐδης αναφέρθηκε στο 45% των περιπτώσεων που έχουν φτάσει μέχρι στιγμής στα δικαστήρια και καταλήγουν υπέρ των τραπεζών.

Giuseppe Carone

«Mετά τη γραμμή του finish συνεχίζουμε το τροχαδάκι…», είπε με νόημα από το βήμα του ετήσιου συνεδρίου του Economist o επικεφαλής μονάδας της ΓΔ Οικονομικών και Χρηματοδοτικών Υποθέσεων (DG ECFIN) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Giuseppe Carone, για να επισημάνει ότι πρέπει να συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις παρά τη μεγάλη πρόοδο για τον εξορθολογισμό του συστήματος Υγείας στην Ελλάδα.

Όπως είπε, η κρίση κατά μία έννοια ήταν μια μεγάλη πρόκληση, καθώς άσκησε μεγάλη πίεση στο σύστημα, αλλά έφερε και αποτέλεσμα μειώνοντας τις δαπάνες στα 2,5 δις. ευρώ (στο μισό σε σχέση με το 2009). Ο κ. Carone σχολίασε επίσης ότι το clawback και το σύστημα επιστροφών είναι ένα δίχτυ ασφαλείας και τόνισε ότι υπάρχει και σε άλλες χώρες στην Ευρώπη. Για τον ίδιο, το σύστημα είναι βιώσιμο αυτήν τη στιγμή, αν και μένει να γίνουν ακόμη σημαντικές μεταρρυθμίσεις.

Αναφερόμενος σε τομείς όπου έχει σημειωθεί πρόοδος, μίλησε για τα υψηλού κόστους φάρμακα και τον κίνδυνο που κρύβουν να εξαντλήσουν τον προϋπολογισμό του υπουργείου, την υπερσυνταγογράφηση και τη δυνατότητα πρόσβασης όλων σε υπηρεσίες υγείας με την εισαγωγή των voucher.

«Το σύστημα βρίσκεται σε μια ενδιάμεση φάση και εξελίσσεται. Είμαστε στη μέση του δρόμου. Για το μέλλον, υπάρχει η στρατηγική της κυβέρνησης που θα συζητηθεί και στο eurogroup. Η πρωτοβάθμια περίθαλψη είναι σημαντική και θα υπάρξουν στο επόμενο διάστημα σχετικές νομοθετικές πρωτοβουλίες…», κατέληξε ο κ. Carone.

Θεόδωρος Τρύφων

«Είναι σημαντικό η Ελλάδα να χαράξει ένα σχέδιο fast track στη φαρμακοβιομηχανία», τόνισε κατά την ομιλία του στο ετήσιο συνέδριο του Economist ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ)  Θεόδωρος Τρύφων, μιλώντας επίσης για τις στρεβλώσεις που δημιουργούν ανάχωμα στην ανάπτυξη – μεταξύ των οποίων το θέμα του clawback, που θα λυθεί από τον Άρειο Πάγο, όπως ανέφερε.

«Η παραγωγή της εγχώριας φαρμακοβιομηχανίας (στοιχεία Μαρτίου 2018) έχει καταγράψει αύξηση 60% από το 2010, ενώ οι εξαγωγές έχουν ενισχυθεί κατά 108,6% στο ίδιο διάστημα. Ο κλάδος εξάγει σε 85 χώρες και συνεισφέρει στο ΑΕΠ 2.8 δις ευρώ», ανέφερε μεταξύ άλλων, ο κ. Τρύφων, τονίζοντας τη συνεισφορά στο σύστημα της αγοράς γενοσήμων και την αναγνωρισιμότητα των ελληνικών γενοσήμων ως ευρωπαϊκού brand με ποιότητα, ασφάλεια και αποτελεσματικότητα. Στόχος της βιομηχανίας, όπως είπε ο κ. Τρύφων, είναι το άνοιγμα νέων αγορών, η ευκαιρία της αμοιβαιότητας ΗΠΑ-ΕΕ και η αξιοποίηση της ευκαιρίας του SPC waiver για εξαγωγές σε τρίτες χώρες.

Η στρατηγική ανάπτυξης κινείται σε 4 άξονες: εξωστρέφεια, επενδύσεις, εξειδίκευση και συνεργασίες, ενώ η εργαλειοθήκη για την επιτάχυνση των επενδύσεων στη φαρμακοβιομηχανία απαιτεί: εξάλειψη των στρεβλώσεων, βελτιστοποίηση του Αναπτυξιακού Νόμου (με fast track για επενδύσεις άνω των 15 εκατ. ευρώ για την ανάπτυξη/παραγωγή καινοτόμων προϊόντων και ειδική πρόβλεψη για τις φαρμακοβιομηχανίες της Αττικής (που είναι το 90% του κλάδου) και κίνητρα για την ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων και την ενίσχυση της απασχόλησης.

Ηλίας Γιαννόγλου

Την αισθητή μείωση της δαπάνης για το φάρμακο ανέδειξε από το βήμα του Economist ο αντιπρόεδρος του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων Ηλίας Γιαννόγλου, ο οποίος τόνισε ότι το 2009 ήταν στα 5,1 δις. ευρώ και πλέον έχει υποχωρήσει στα 2,5 δις. ευρώ, συμπεριλαμβανομένων δαπανών του ΕΟΠΥΥ και των νοσοκομείων.

Σχολίασε μάλιστα ότι «το σύστημα είναι στα κατώτατα όρια αντοχής του και με το τέλος του προγράμματος πρέπει να αναζητήσουμε βελτιώσεις». Πρόσθεσε επίσης ότι τα 900 σκευάσματα σε έναν κατάλογο 7.900 διατίθενται σε τιμή κάτω από τη χαμηλότερη ευρωπαϊκή ενώ άλλα 850 σε τιμή κάτω από τον μέσο όρο των κατώτερων ευρωπαϊκών.

Σύμφωνα με τον κ. Γιαννόγλου, το βάρος της κρίσης επωμίστηκαν τόσο το δημόσιο όσο και βιομηχανία: «Πριν δεν υπήρχαν πρωτόκολλα, η συνταγογράφηση ήταν ανεξέλεγκτη . Πλέον η κατάσταση έχει αλλάξει. Είμαστε σε πολύ καλό δρόμο», πρόσθεσε, τονίζοντας όμως ότι πρέπει να λυθεί και το θέμα της διείσδυσης των γενοσήμων, που απαιτεί αλλαγή κουλτούρας και εκπαίδευση της αγοράς.

Αναφορικά με τις επενδύσεις σε καινοτόμους θεραπείες και φάρμακα, ο κ. Γιαννόγλου μίλησε για τα αντικίνητρα. Είπε ότι η τιμή των πραγματικά καινοτόμων φαρμάκων (για ασθένειες όπως καρκίνος, σκλήρυνση κατά πλάκας κ.α.) είναι ένα σημαντικό θέμα καθώς οι δαπάνες σε αυτόν τον τομέα είναι τεράστιες.

Γιώργος Τζιάλλας

Στις πολλές επιτυχίες του ελληνικού τουρισμού τα τελευταία χρόνια αναφέρθηκε κατά την εισήγησή του στο ετήσιο συνέδριο του Economist ο γενικός γραμματέας Τουριστικής Πολιτικής και Ανάπτυξης του υπουργείου Τουρισμού Γιώργος Τζιάλλας, χαιρετίζοντας το συνέδριο και εκ μέρους της υπουργού Τουρισμού Έλενας Κουντουρά. Τόνισε ότι ο τουρισμός είναι προτεραιότητα για την κυβέρνηση και ότι έχει υλοποιηθεί ένα ευρύ μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα στον τομέα. «Πετύχαμε άλμα, με τη βοήθεια του ιδιωτικού τομέα», τόνισε. Το 2018 η χώρα θα έχει 32 εκατομμύρια αφίξεις και ο στόχος είναι το νούμερο αυτό να αυξηθεί κι άλλο, καθώς επίσης να υπάρχει τουρισμός 365 ημέρες τον χρόνο και για όλους τους προορισμούς της χώρας».

Ο κ. Τζιάλλας αναφέρθηκε στη σημασία των συνεργειών με τον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα, όπως και στις στρατηγικές συμφωνίες που έχουν γίνει με ξένους φορείς και tour operators. «Τον Απρίλιο σημειώθηκε ρεκόρ 17 ετών στη δημιουργία θέσεων εργασίας, και οι 80 από τις 100 χιλιάδες θέσεις που δημιουργήθηκαν ήταν στον τουρισμό», είπε χαρακτηριστικά. Έμφαση έδωσε, επίσης, στη σημασία του θεματικού τουρισμού, στην προσέλκυση επενδύσεων, στην ανάπτυξη ενός δημόσιου συστήματος τουριστικής εκπαίδευσης, καθώς και στη στήριξη των ιδιωτικών επιχειρήσεων του τομέα μέσω του ΕΣΠΑ. Τέλος, εξήρε τη συμβολή του ΕΟΤ στην προβολή του ελληνικού τουριστικού προϊόντος.

Κωστάκης Λοΐζου

«Η επιχειρηματική δράση ενός κυπριακού ομίλου στην Ελλάδα δεν εμπίπτει στην κατηγορία των ξένων επενδύσεων», τόνισε από το βήμα του ετήσιου συνεδρίου του Economist ο εκτελεστικός πρόεδρος του Louis Group Κωστάκης Λοΐζου, ο οποίος έθεσε ως αναγκαιότητα το να αποκτήσουν οι Έλληνες εμπιστοσύνη στη χώρα τους και στις δυνατότητές της.

Επεσήμανε ότι χρειάζεται δημοσιονομική και φορολογική σταθερότητα, ενθάρρυνση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας με τα κατάλληλα κίνητρα, τα οποία δεν είναι ανάγκη να έχουν κόστος, καθώς και μικρότερο και πιο ευέλικτο κράτος. «Τα τελευταία χρόνια το υπουργείο Τουρισμού έχει κάνει άλματα», είπε χαρακτηριστικά. Τόνισε ότι ο τουρισμός είναι η αιχμή του δόρατος για την ανάκαμψη της οικονομίας και της χώρας γενικότερα, καθώς και ότι τώρα είναι το timing για επενδύσεις στην Ελλάδα.

Γεώργιος Δρακόπουλος

«Τώρα είναι καλύτερα από ποτέ να επενδύσει κανείς στην Ελλάδα», τόνισε κατά την έναρξη της ομιλίας του στο ετήσιο συνέδριο του Economist ο ειδικός σύμβουλος του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού Γιώργος Δρακόπουλος. Επεσήμανε την ανάγκη να ενισχυθεί η ανθεκτικότητα του τουριστικού τομέα, η οποία επηρεάζεται από τους οικονομικούς κύκλους των χωρών προέλευσης των επισκεπτών. Αναφέρθηκε στο πρόβλημα της υπερπροσφοράς που δημιουργείται σε κάποιους προορισμούς, καθώς το 80% του τουριστικού προϊόντος της χώρας συγκεντρώνεται σε 5 περιφέρειες. Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στην ανάγκη βελτίωσης του τρόπου διακυβέρνησης του τραπεζικού τομέα, μεταξύ άλλων όσον αφορά θέματα που δεν εμπίπτουν στις αρμοδιότητες του υπουργείου Τουρισμού, όπως η φορολογία και το χωροταξικό, ενώ μίλησε για «πολλά περιθώρια βελτίωσης» όσον αφορά την εμπλοκή της τοπικής αυτοδιοίκησης στον τομέα.

Απάντηση

Αρέσει σε %d bloggers: