Ξεσηκωμός στην αγορά από το νέο “κολπάκι” των τραπεζών
Από το τέλος Ιουνίου αύξησαν το κόστος για αποστολή εμβάσματος εντός ή εκτός Ελλάδας – Τι λέει ο πρόεδρος του ΒΕΠ
aftodioikisi.gr |> Δεν έφτανε μόνο το γεγονός ότι οι τράπεζες “τελειώνουν” τα ΑΤΜ που ξέραμε (δείτε όσα έγραψε σχετικά η aftodioikisi.gr) , το τελευταίο διάστημα παρατηρείται και μια περίεργη και αδικαιολόγητη αύξηση των χρεώσεων προμηθειών και εξόδων, που έχει προκαλέσει μπαράζ αντιδράσεων!
Σύμφωνα με καταγγελίες ενώ μέχρι το τέλους Ιουνίου 2021 το κόστος για την αποστολή εμβάσματος σε άλλη τράπεζα ή στο εξωτερικό ήταν ένα (1) ευρώ, από την 1η Ιουλίου έγινε ξαφνικά… 1,40 ευρώ!
Ποσό, που ίσως θεωρηθεί μικρό, αλλά πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι μία επιχείρηση για παράδειγμα, κάνει πλήθος συναλλαγών κι αυτό συνεπάγεται πρόσθετη επιβάρυνση, που αθροιστικά είναι υπολογίσιμη, λαμβάνοντας υπόψη και τη δύσκολη περίοδο που διανύουμε λόγω της πανδημίας και τις επιπτώσεις που είχε στις επιχειρήσεις.
Για το θέμα μάλιστα τοποθετήθηκε με ανακοίνωσή του το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Πειραιά, που έγινε αποδέκτης πλήθους καταγγελιών από μέλη του!
Το ΒΕΠ εκφράζει την έντονη αντίθεσή του σε μία πρακτική από μέρους των τραπεζών, αντίθετη με τις ανακοινώσεις τους ότι δήθεν… παραμένουν κοντά στον έμπορο, τον βιοτέχνη, τον επιχειρηματία.
Σε δήλωσή του σχετικά με το θέμα ο πρόεδρος Β.Ε.Π., κ. Γεώργιος Παπαμανώλης – Ντόζας, τόνισε:
«Θα περίμενε κανείς πως οι τράπεζες θα έβαζαν πλάτη, αφού είναι ενήμερες για το τι συμβαίνει στην αγορά, καθώς και για την πραγματική δυστοκία των βιοτεχνών και επιχειρηματιών, οι οποίοι είδαν πολύ μεγάλες υποχωρήσεις στους τζίρους τους και ως εκ τούτου αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους. Θα περιμέναμε πως οι τράπεζες, οι οποίες μάλιστα ανακοίνωσαν ότι παραμένουν κοντά στην επιχειρηματική κοινότητα όλη αυτή την περίοδο, δεν θα έκαναν κάτι για να δημιουργήσουν περαιτέρω πρόβλημα. Και όμως, από την 1η Ιουλίου και μετά, το κόστος προμήθειας ανεβαίνει, με ποσοστό μάλιστα που θεωρείται και είναι υπερβολικά μεγάλο. Τονίζουμε ξανά πως ναι μεν μπορεί να θεωρείται «μικρό» το ποσόν του 1,40 Ευρώ, πρόκειται όμως για μία αύξηση σε κάθε συναλλαγή και το συνολικό άθροισμα είναι υπολογίσιμο.
Επισημαίνουμε, επίσης, οτι το θέμα είναι και ηθικό. Η συγκεκριμένη εποχή δεν ενδείκνυται για τέτοιου είδους αυξήσεις. Δυστυχώς, έχουμε υποστεί τεράστιες ανατιμήσεις στις πρώτες ύλες, οι οποίες χρήζουν μίας άλλης, ξεχωριστής συζήτησης και αυτό είναι μεγάλο βάρος για την πορεία κάθε επιχείρησης. Το τελευταίο που θα αναμέναμε, σε αυτή την περίπτωση, είναι και οι αυξήσεις – και μάλιστα τέτοιου ύψους – στις καθημερινές συναλλαγές μας. Πρέπει δε να υπογραμμίσουμε πως το εν λόγω κόστος δεν έχει να κάνει με επιπλέον εργασία του προσωπικού των τραπεζών, αφού όλα πραγματοποιούνται πλέον ηλεκτρονικά καθώς, επίσης, δεν υπήρξε αύξηση του κόστους των συντελεστών παραγωγής (αυξήσεις μισθών).
Συν τοις άλλοις, οι τράπεζες έχουν μειώσει κατά πολύ τα καταστήματά τους, κάτι που συνεπάγεται και μείωση στο λειτουργικό κόστος τους. Θεωρούμε πως στην παρούσα φάση, θα είναι σωστό από κάθε πλευρά, να παγώσει κάθε κίνηση για αύξηση των εν λόγω χρεώσεων, μέχρι την επιστροφή σε μέρες αντίστοιχες με εκείνες πριν το τέλος του 2019».