Μια καινοτόμα λύση για την πρόληψη των πυρκαγιών
Τα δάση χάνονται, καίγονται ή εκχερσώνονται με τη συγκατάθεση των “τυφλών” δασαρχείων και η φύση οικοπεδοποιείται…
Δημήτρης Μάρδας* |> Με αφορμή φωτιά από κεραυνό στη Σιθωνία της Χαλκιδικής το Καλοκαίρι του 1989, αρχίσαμε έρευνα, η οποία αποσκοπούσε στην εύρεση των αιτιών, που οδηγούσαν στην οικοπεδοποίηση των δασών. Τότε, σε μια πρώτη μελέτη καταγράφηκαν τα άρθρα εκείνα των νόμων 998/1979 και 1734/1987, που παρά τις σαφείς διατάξεις του Συντάγματος άνοιγαν την Κερκόπορτα στην εκμετάλλευση καμένων εκτάσεων.
Τα προαναφερθέντα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν, μέσω των υπό προϋποθέσεις αναδασώσεων (!) που εισήγαγε η νομοθεσία και η τότε πρόταση για αποδοχή οικισμών σε καμένες εκτάσεις, πριν από τις 11 Ιουνίου του 1975 κ.ά. (βλ. π.χ. “εμπρηστικά” άρθρα 34, 35, 38 και 50 του Νόμου 998, και άρθρα 6 και 13 του 1734 κ.ά., ή σχετικό κείμενο μας στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία της 27/8/1989, όπως επίσης και παρέμβαση-βίντεο στη Βουλή αναφορικά με τις «εμπρηστικές προσδοκίες» που προκαλούν οι προσπάθειες κυβερνήσεων υπέρ του αποχαρακτηρισμού καμένων περιοχών:
Έκτοτε παρωδία νόμων και διατάξεων περιέπλεξαν το ήδη βεβαρημένο τοπίο. Ενδεικτικά υπενθυμίζεται ότι στο πλαίσιο της πολεοδομικής ανασυγκρότησης της χώρας του 1993 (βλ. “Σχέδιο Άμεσης Πολεοδομικής Οργάνωσης” του υφυπουργού κ. Κατσιγιάννη της τότε κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη) έγινε μια “αγωνιώδης” προσπάθεια εκ μέρους του υπουργείου, παραμονές εκλογών, ένταξης περιοχών αυθαιρέτων στα σχεδία πόλεως, όπως και αποχαρακτηρισμού των δασών.
Τα καμένα και η οικοπεδοποίηση
Οι εδώ και δεκαετίες ρυθμίσεις για τα δάση, τους βοσκότοπους και τα αυθαίρετα, έχουν δημιουργήσει, μέσω των «εμπρηστικών προσδοκιών» υπέρ της οικοπεδοποίησης των καμένων δασών, ένα ιδιότυπο πλέγμα σχέσεων κράτους-πολίτη, εις βάρος της φύσης.
Υπάρχουν διεθνείς πρακτικές συνύπαρξης ήπιων μορφών οικοδόμησης (σπίτια με χαμηλό ύψος, κτισμένα από πέτρα ή από ξύλο κ.λπ) μέσα στη φύση και χωρίς τη μείωση της δασοκάλυψης.
Αντίθετα στη χώρα μας βλέπουμε κατοικίες δύο ή τριών ορόφων με θεόασπρους βαμμένους τοίχους μέσα σε δασικές εκτάσεις ή σε καμένα δάση που οδηγούν, εκτός των άλλων, και σε μια μοναδική μορφή οπτικής ρύπανσης. Κι όλα αυτά είναι καθ΄ όλα νόμιμα σε πλείστες περιπτώσεις, μέσω τίτλων ιδιοκτησίας, βεβαιώσεων δασαρχών, νόμων και ρυθμίσεων.
Ακόμη και αν υιοθετηθούν δραστικές λύσεις υπέρ της μη οικοπεδοποίησης των δασών στο μέλλον, λόγω των δασικών χαρτών κ.ά., τότε απομένουν όλες οι περιπτώσεις του παρελθόντος που έχουν δημιουργήσει ένα ιδιότυπο καθεστώς. Αυτό ουδέποτε πρόκειται να ρυθμιστεί με τις υπάρχουσες διατάξεις.
Τα δάση χάνονται, καίγονται ή εκχερσώνονται με τη συγκατάθεση των “τυφλών” δασαρχείων και η φύση οικοπεδοποιείται. Το ερώτημα που χρόνια αιωρείται είναι το ακόλουθο. Εφόσον σύμφωνα με τη μέχρι σήμερα εμπειρία μας, η μη οικοπεδοποίηση των δασών είναι ανέφικτη, γιατί δε βρίσκεται μια άλλη λύση; Αναλυτικότερα, γιατί, δεν εφευρίσκεται ένας τρόπος, που να προωθεί την αύξηση της δασοκάλυψης σε ήδη καμένες αποψιλωμένες-εκχερσωμένες ιδιωτικές δασικές εκτάσεις, όπου έχουν κτιστεί σπίτια και τα οποία δεν πρόκειται να κατεδαφιστούν. Ερώτημα, που τέθηκε σε άρθρο μας πολύ παλαιότερα στην Ελευθεροτυπία στις 24/1/1997 και στον Οικονομικό Ταχυδρόμο της 4/9/1997, προτείνοντας κάποιες λύσεις.
Προτάσεις για ισόρροπη ανάπτυξη
Επαναλαμβάνονται, λοιπόν, οι παραπάνω λύσεις εμπλουτισμένες, επιδιώκοντας να παντρέψουν την ανάπτυξη με την αύξηση της δασοκάλυψης –μέσα από την δάσωση ιδιωτικών δασικών εκτάσεων και καμένων δημόσιων περιοχών– και την προστασία της φύσης, χωρίς να αλλάζουν τον χαρακτήρα των δασών-δασικών περιοχών. Αναλυτικότερα, αντιγράφοντας πρότυπα άλλων χωρών ας αντιστρέψουμε την υπάρχουσα λογική.
Σε ιδιωτικές δασικές περιοχές ή καμένες ή αποψιλωμένες που ήδη υπάρχει κτίσμα, το οποίο δεν γκρεμίζεται βάσει των ήδη υφιστάμενων ρυθμίσεων ή πολιτικών και δικαστικών αποφάσεων, θα μπορούσε λοιπόν να εισαχθεί η υποχρέωση της επέκτασης της δάσωσης στο 85-90% των χώρων που καλύπτουν. Το κόστος της δάσωσης των εν λόγω εκτάσεων θα το επωμισθούν οι ιδιώτες. Δεν αναφερόμαστε φυσικά εδώ για σπίτια σε δάση που καταστράφηκαν από πυρκαγιά.
Σύμφωνα με τα προαναφερθέντα δίνεται ενδεικτικά, ως παράδειγμα, το ακόλουθο. Σε οικόπεδο τεσσάρων στρεμμάτων με δασική κάλυψη, όπου υπάρχει κατοικία που δεν κατεδαφίζεται, τα εναπομείναντα 3400-3600 θα δασωθούν με συγκεκριμένη πυκνότητα δένδρων, με ευθύνη του ιδιοκτήτη και εκ των προτέρων καθορισμένη. Ανάλογες ρυθμίσεις μπορούν να προβλεφθούν και για κατοικίες που εντάσσονται σε αστικό δασωμένο ιστό. Για όλες αυτές τις περιπτώσεις, η πρόληψη για πυρκαγιά, όπως σκιαγραφείται ακολούθως με δεξαμενές νερού κ.λπ, οφείλει να αποτελεί υποχρέωση των ιδιοκτητών κατοικιών.
Φόρος υπέρ της φύσης και η πρόληψη
Από την άλλη, η εισαγωγή ενός συστήματος υποχρεωτικής χρηματικής καταβολής (π.χ. “εφάπαξ φόρος υπέρ της φύσης”) εκ μέρους των ατόμων ή συνεταιρισμών που εκμεταλλεύθηκαν κτίσματα σε ιδιωτικές δασικές εκτάσεις ή βάσει των απαραίτητων βεβαιώσεων των δασαρχείων έκτισαν νόμιμα σε περιοχές καμένες, εκχερσωμένες κ.λπ., αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της παραπάνω πρότασης. Με τα χρήματα αυτά θα δασωθούν καμένες δημόσιες περιοχές.
Μια τέτοια ρύθμιση οφείλει φυσικά να πραγματοποιεί διακρίσεις ιεραρχώντας τους πολίτες (παρανόμους) ή μη. Εύλογα βέβαια δεν απαλλάσσονται των όποιων νομικών (ποινικών) ευθυνών, οι αποδέκτες ενός τέτοιου μέτρου εφόσον αποδειχθεί ότι υπέπεσαν σε σοβαρά αδικήματα (π.χ. φυσικοί ή ηθικοί αυτουργοί εμπρησμών). Ανέγγιχτες από κατοικίες , πλην των ορειβατικών καταφυγίων, θα παραμείνουν οι εθνικοί δρυμοί που πρέπει να αυξηθούν στον αριθμό και στην έκταση που καταλαμβάνουν.
Τέλος, ως προς το σκέλος της πρόληψης, θα ήταν σκόπιμο να εξεταστεί ως υποχρέωση του κάθε ενδιαφερομένου η τοποθέτηση δεξαμενών (άνω των 20 χιλιάδων λίτρων, ανάλογα του μεγέθους του οικοπέδου) σε κτήματα με σπίτια εκτός σχεδίου πόλεως των παραπάνω περιπτώσεων και σε όσα βρίσκονται σε ευαίσθητες-δασικές αστικές περιοχές. Η δεξαμενή αυτή, θαμμένη στη γη και εξοπλισμένη με πετρελαιοκίνητη γεννήτρια, όπως και με τον απαραίτητο εξοπλισμό πυρόσβεσης, μπορεί να αποτρέψει φυσικές καταστροφές, να σώσει ζωές ή να καθυστερήσει τη φωτιά. Όλος αυτός ο εξοπλισμός στοιχίζει γύρω στα 4,5-6,5 χιλιάδες ευρώ.
Τα πολλαπλά οφέλη
Με τα όσα προτείνονται το όφελος είναι τριπλό:
- Πρώτον, αναδασώνονται καμένες, αποψιλωμένες ιδιωτικές εκτάσεις, όπου υπάρχουν κατοικίες που δεν πρόκειται να κατεδαφιστούν και επεκτείνεται η δάσωση στο 85-90% σε περιοχές που έχουν ήδη κτισθεί, οπότε αυξάνεται η δασοκάλυψη της χώρας.
- Δεύτερον, εκλείπει ο λόγος του εμπρησμού για οικοπεδοποίηση, ενώ ο πολίτης αναλαμβάνει το κόστος της δάσωσης-προστασίας της φύσης του κτήματός του.
- Τρίτον, εξασφαλίζονται έσοδα για το Δημόσιο με τον προτεινόμενο “νόμο υπέρ της φύσης”, που θα διατεθούν για περεταίρω έργα υπέρ του περιβάλλοντος και των δημοσίων δασών που καταστράφηκαν. Η αλλαγή της ισχύουσας λογικής με τις παραπάνω προτάσεις, οι οποίες αυξάνουν τη δασοκάλυψη, δεν έρχεται σε σύγκρουση με τα άρθρα 24 και 117 του Συντάγματος.
Τέλος, πολλή συζήτηση γίνεται για την τοποθέτηση των ανεμογεννητριών στα βουνά της χώρας και για τη σύνδεση των πυρκαγιών με αυτές. Πέρα από τα βουνά όμως, υπάρχουν και οι θάλασσες, όπου οι άνεμοι εκεί δεν είναι ευκαταφρόνητοι. Στην Κοπεγχάγη το δεύτερο αξιοθέατο της πόλης μετά τη μικρή Γοργόνα είναι οι δεκάδες ανεμογεννήτριες που τοποθετήθηκαν στη θάλασσα, επιλογή που εκτός των άλλων δεν προκαλεί την οπτική ρύπανση που προκαλείται από την τοποθέτησή τους στα δάση.
(*) Ο κ. Δημ. Μάρδας είναι καθηγητής Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ, π. βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ, αν. υπουργός Οικονομικών και υφυπουργός Εξωτερικών