Σκαρφαλωμένοι σε… μάντρα γνωρίσαμε τον Σην Κόννερυ!
Δυσαναπλήρωτο το κενό που άφησε ο μοναδικός Τζέημς Μποντ και “γίγαντας” της 7ης Τέχνης
Παντελής Π. Ξανθίδης |> “Τζέημς Μποντ, πράκτωρ 007 εναντίον δόκτορος Νο“… Μια ταινία-σταθμός, τουλάχιστον γα την δεκαετία του ’60. Τότε που τον Σον Κόνερι, τον ξέραμε σαν Σην Κόννερυ, κατά το αγγλικό Sean Connery… Τότε που ήμασταν πιτσιρικάδες και δεν μας άφηναν να δούμε ακατάλληλες ταινίες… Τότε που τα θερινά σινεμά είχαν… εξώστες τις γειτονικές ταράτσες, οικοδομές και μάντρες… Τότε, που για να δούμε τον πράκτορα 007, σκαρφαλώσαμε με τον Άρη, τον Στέλιο, τον Γιάννη και τον Νίκο σε μία μάντρα!
“Τζέημς Μποντ, πράκτωρ 007 εναντίον δόκτορος Νο“… Κινηματογράφος “Άδωνις” Ζωγράφου, του Σταθόπουλου, με τον κύριο Αλέκο στον έλεγχο εισιτηρίων. Πήγαμε να περάσουμε, αλλά δεν μας άφησε λόγω της ηλικίας μας. Κι ας μας ήξερε! Έτσι δεν υπήρχε άλλος τρόπος για να δούμε τον πράκτορα 007, παρά ο… αντάρτικος. Κοιτάξαμε προς την απέναντι ταράτσα του Τράχου, ήταν γεμάτη κεφάλια Άλλωστε δεν είχαμε καμμία ελπίδα να φιλοξενηθούμε. Οπότε, δεν υπήρχε άλλη λύση, παρά το σκαρφάλωμα! Έτσι πήγαμε στη πλευρά της οδού Καββαθά, χωθήκαμε λοκατζίδικα σε μία αυλή και μέσω μιας μουριάς σκαρφαλώσαμε στη μάντρα. Κι από κάτω κάποιο σκυλάκι γάβγιζε. Ευτυχώς το βούλωσε, λίγο πριν αρχίσει το έργο. Ποιό έργο; Η… εργάρα!
Κάπως έτσι γνώρισα τον Τζέημς Μποντ. Τον κοσμοπολίτη, τον ήρωα του Ίαν Φλέμιλγκ που ζωντάνεψε ο Τέρενς Γιάνκ και υποδύθηκε μοναδικά ο Σον Κόνερι. Αυτός ο μεγάλος ηθοποιός που ξεπέρασε τη δημοφιλία σαν Τζέημς Μποντ και συνεχώς μεγεθυνόταν η καλλιτεχνική του αξία, ώσπου έφτασε να γίνει ένας “γίγαντας” του Θεάτρου και της 7ης Τέχνης, όπως και προσωπικότητα διεθνούς κύρους. Και χθες έκλεισε τα μάτια του σε ηλικία 90 ετών…
Η απώλεια του μεγάλου Σκωτσέζου ηθοποιού προκάλεσε θλίψη στον κόσμο της Τέχνης και οπωσδήποτε στα εκατομμύρια των θαυμαστών του. Μα κυρίως σε όσους έτυχε να συνεργαστούν μαζί του και σε εκείνους που γνώρισαν τον άνθρωπο και το μορφωτικό του επίπεδο.
Η ζωή του αξέχαστου Σον Κόνερι υπήρξε πολυκύμαντη και όσον αφορά την καριέρα του γνώρισε “πολλά” πριν κυριαρχήσει στα πλατώ και στο “σανίδι”.
Σχετικό δημοσίευμα του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων, αναφέρει:
Ο Τόμας Σον Κόνερι, όπως ήταν το πλήρες όνομά του, γεννήθηκε στο Φάουντεμπριτζ, μια φτωχογειτονιά του Εδιμβούργου, στις 25 Αυγούστου 1930. Ήταν γιος ενός καθολικού εργάτη και μιας προτεστάντισσας καθαρίστριας. Η οικογένεια του πατέρα του είχε μεταναστεύσει στη Σκωτία από την Ιρλανδία κατά τον 19ο αιώνα. Ο νεαρός Τόμι μεγάλωσε σε ένα σπίτι με ένα μόνο δωμάτιο, κοινόχρηστη τουαλέτα, χωρίς ζεστό νερό. Εγκατέλειψε το σχολείο στα 13 του και έκανε διάφορες δουλειές του ποδαριού -μεταξύ άλλων μοίραζε γάλα και γυάλιζε φέρετρα- προτού να ενταχθεί, στα 16 του, στο Βασιλικό Ναυτικό, απ’ όπου όμως απολύθηκε τρία χρόνια αργότερα για λόγους υγείας, καθώς είχε έλκος στομάχου. Από εκείνη την εποχή χρονολογούνταν τα δύο τατουάζ στο δεξί του μπράτσο: “Μαμά και μπαμπάς” και “Σκωτία για πάντα“.
Επιστρέφοντας στο Εδιμβούργο, κέρδισε τη φήμη του «σκληρού» όταν μια εξαμελής συμμορία προσπάθησε να τον κλέψει – κι εκείνος τους έβγαλε νοκάουτ.
Την περίοδο εκείνη προσπαθούσε να επιβιώσει όπως μπορούσε. Έγινε οδηγός φορτηγού, ναυαγοσώστης, μοντέλο στη Σχολή Τεχνών του Εδιμβούργου. Του άρεσε το μπόντι μπίλντινγκ και μάλιστα συμμετείχε και σε διαγωνισμό για τον “Μίστερ Υφήλιος”, κατακτώντας την τρίτη θέση. Ασχολήθηκε επίσης με το ποδόσφαιρο αλλά όταν η Μάντσεστερ Γιουνάϊτεντ του πρόσφερε ένα συμβόλαιο για να παίξει στην ομάδα έναντι 25 λιρών την εβδομάδα, εκείνος προτίμησε να δοκιμάσει την τύχη του στο σανίδι!
Το 1954 κατάφερε να εξασφαλίσει έναν ρόλο σε ένα μιούζικαλ στο Λονδίνο και σε μια ταινία, το “Lilacs in the Spring”. Ακολούθησαν ρολάκια στην τηλεόραση, όπου μεταξύ άλλων έπαιξε έναν γκάνγκστερ σε σήριαλ του BBC. Κι έτσι προέκυψε ο Μποντ, ο… Τζέημς Μποντ!
Οι παραγωγοί Κάμπι Μπρόκολι και Χάρι Σάλτσμαν είχαν αποκτήσει τα δικαιώματα για να μεταφέρουν στη μεγάλη οθόνη τα μυθιστορήματα του Ίαν Φλέμινγκ και αναζητούσαν έναν ηθοποιό για να παίξει τον 007. Υποψήφιοι για τον ρόλο ήταν μεταξύ άλλων ο Ρίτσαρντ Μπάρτον, ο Κάρι Γκραντ και ο Ρεξ Χάρισον. Η σύζυγος του Μπρόκολι ήταν εκείνη που τον έπεισε ότι ο Σον Κόνερι είχε αυτό που χρειαζόταν για τον ρόλο. Δηλαδή, μαγνητισμό και σεξουαλική χημεία! Ο Φλέμινγκ, διαφωνούσε αρχικά με την επιλογή, όμως άλλαξε γνώμη όταν είδε τον Κόνερι στην οθόνη.
Ο Σον Κόνερι έκανε “δικό του” τον χαρακτήρα, αναμιγνύοντας τη σκληρότητα με σαρδόνιο χιούμορ. Η πρώτη ταινία, ο «Δρ. Νο», σημείωσε τεράστια επιτυχία, στη Βρετανία και στο εξωτερικό. Ακολούθησαν οι ταινίες «Από τη Ρωσία με αγάπη» (1963), «Ο Χρυσοδάκτυλος» (1964), «Επιχείρηση Κεραυνός» (1965), «Ζεις μονάχα δυο φορές» (1967), «Τα διαμάντια είναι παντοτινά» (1971) και μερικά χρόνια αργότερα, το «Ποτέ μην ξαναπείς ποτέ» (1983).
Πρωταγωνίστησε επίσης, μαζί με τον στενό φίλο του, τον Μάικλ Κέιν, στην ταινία «Ο άνθρωπος που θα γινόταν βασιλιάς», όμως τη δεκαετία του 1970 του έδιναν δεύτερους ρόλους, όπως στην ταινία «Οι υπέροχοι ληστές και τα κουλουβάχατα της ιστορίας».
Το 1987 κέρδισε το βραβείο Bafta, ερμηνεύοντας τον Ουίλλιαμ της Μπάσκερβιλ στην ταινία «Το όνομα του Ρόδου» του Ουμπέρτο Έκο. Και έναν χρόνο αργότερα, τιμήθηκε με το Όσκαρ καλύτερου δεύτερου ανδρικού ρόλου παίζοντας έναν Ιρλανδό αστυνομικό (αν και με σαφέστατη σκωτσέζικη προφορά) στους «Αδιάφθορους».
Στον «Ιντιάνα Τζόουνς» έπαιζε τον πατέρα του Χάρισον Φορντ, αν και ήταν μόνο 12 χρόνια μεγαλύτερός του, ενώ κατόπιν, στο πλάι του Νίκολας Κέιτζ στον «Βράχο», επέστρεψε στον ρόλο του «Βρετανού κατασκόπου».
Η δημοτικότητά του δεν αμφισβητήθηκε ποτέ! Στα 59 του το περιοδικό “People” τον ανακήρυξε “πιο σέξι άνδρα του πλανήτη” ενώ το 2013, σχεδόν δέκα χρόνια μετά τη “συνταξιοδότησή” του, ανακηρύχθηκε ο αγαπημένος ηθοποιός των Αμερικανών.
Τον Ιούλιο του 2000 χρίστηκε Ιππότης από τη βασίλισσα Ελισάβετ Β’ και έγινε… Sir Thomas Sean Connery!
Ο Σον Κόνερι ήταν παντρεμένος από το 1975 με τη Γαλλίδα ζωγράφο Μισελίν Ροκμπρίν. Από τον πρώτο του γάμο, με την Νταϊάν Σιλέντο, απέκτησε έναν γιο, τον επίσης ηθοποιό Τζέϊσον Κόνερι.