Το ΕΒΕΠ στη ρότα εξέλιξης της ελληνικής ναυτιλίας
Η ναυτιλία είναι μία εξαιρετικά ακμάζουσα αγορά, που χρήζει ιδιαίτερης μελέτης και προσοχής
Βασ. Κορκίδης* |> Όλοι γνωρίζουμε ότι η Ελλάδα είναι μία παγκόσμια δύναμη στη ναυτιλία και σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία οι Έλληνες πλοιοκτήτες καταλαμβάνουν επί σειρά ετών τη πρώτη θέση στη παγκόσμια ναυτιλία. Τα χαρακτηριστικά της ελληνικής ναυτιλίας παρουσιάζουν τόσο ποσοτικό, όσο και ποιοτικό ενδιαφέρον, αφού η μέση χωρητικότητα ανά ελληνόκτητο πλοίο είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτήν των άλλων, γεγονός που υποδηλώνει τη μοναδικότητα της.
Επιπλέον, οι επενδύσεις σε ναυπηγήσεις και αγορές πλοίων από ελληνικά συμφέροντα είναι σταθερά υψηλές, κάτι που επιβεβαιώνει ότι η ναυτιλία, είναι μία εξαιρετικά σημαντική, αλλά και ακμάζουσα αγορά, η οποία χρήζει ιδιαίτερης μελέτης και προσοχής από τις επιχειρήσεις υποστήριξης της. Είναι μία αγορά με πολλές απαιτήσεις, που οι παραναυτιλιακές δραστηριότητες οφείλουν να ανταποκριθούν και να ακολουθήσουν εγκαίρως την εξέλιξη της.
Είναι λάθος να θεωρεί κανείς δεδομένο ότι η αγορά της ναυτιλίας είναι ένας «παράδεισος», όπου το χρήμα ρέει άφθονο και κανείς δεν ασχολείται με μικρά ποσά. Το αντίθετο μάλιστα, τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά και υπάρχει μεγάλος ανταγωνισμός, σε παγκόσμιο επίπεδο. Το μέγεθος της ναυτιλίας μπορεί να χαρακτηρίζεται από το επίθετο «μεγάλος». Μεγάλα ποσά, μεγάλες ευκαιρίες, μεγάλες δυσκολίες, μεγάλες απαιτήσεις, μεγάλα περιθώρια, μεγάλα ρίσκα και κίνδυνοι. Όλα είναι « μεγάλα», με εξαίρεση τον χρόνο αντίδρασης και την εξυπηρέτηση των αναγκών των πλοίων, ο οποίος θα πρέπει να είναι σχεδόν « μηδενικός». Αυτή η ανάγκη για άμεση ανταπόκριση, προκύπτει από την ίδια τη φύση της αγοράς και τα ποσά που διακυβεύονται κάθε στιγμή. Μία μέρα καθυστέρησης μπορεί να στοιχίσει από λίγες εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια μέχρι κάποια εκατομμύρια. Ένα ανταλλακτικό που δεν παραδόθηκε στην ώρα του ισοδυναμεί με απώλεια ενός ναύλου και ένα λάθος υλικό ή εκτός «marine» προδιαγραφών, μία μεγαλύτερη και ακριβή ζημιά. Τα πράγματα δεν είναι λοιπόν τόσο απλά, αλλά αρκετά πολύπλοκα για τις επιχειρήσεις εφοδιασμού, εξοπλισμού και επισκευής των πλοίων.
Οι προτεραιότητες των πλοιοκτητών είναι η ασφάλεια, η αξιοπλοΐα και η αξιοπιστία των συνεργατών τους, χωρίς αυτά να σημαίνουν ότι δεν ενδιαφέρονται για το κόστος. Το κόστος των υλικών έχει τη θέση του πολύ ψηλά στην ατζέντα της επιλογής προμηθευτών και ο λόγος είναι ότι και η παραμικρή διαφορά τιμής μπορεί να μεταφραστεί σε πολύ μεγάλα ποσά στο σύνολο τους.
Τα τρία «Α» και βασικά στοιχεία, όπως η ασφάλεια, η αμεσότητα και η αξιοπιστία αποτελούν βασική προτεραιότητα, αλλά το ίδιο συμβαίνει και με κάθε τρόπο βελτίωσης που μεταφράζεται είτε σε εξοικονόμηση χρόνου, είτε σε εξοικονόμηση χρημάτων, με το πρώτο να ισοδυναμεί πάντοτε σε χρήμα. Επομένως, η έννοια του κόστους μεταφέρεται σε επίπεδο βελτιστοποίησης διαδικασιών και ως εκ τούτου η άσκηση για τους συνεργάτες της πλοιοκτησίας και τις εταιρείες τεχνολογίας, δεν είναι το πόσο χαμηλότερη τιμή θα δώσουν, αλλά το πόσο έξυπνη λύση θα σχεδιάσουν. Στη ναυτιλία με εξαίρεση την ανθρώπινη ζωή, τα πάντα μετρώνται και μετρώνται σε δύο ισοδύναμα νομίσματα «Χρόνο και Χρήμα».
Έχοντας όλες αυτές τις απαιτήσεις κατά νου, είναι λογικό για όσους επιθυμούν να ασχοληθούν με τα παραναυτιλιακά επαγγέλματα να αποκτήσουν τη σωστή νοοτροπία και βεβαίως τις απαραίτητες γνώσεις, ώστε να καταφέρουν να καθιερωθούν και στη πορεία να μεγαλώσουν την επιχείρηση τους. Θα πρέπει λοιπόν να αδράξουν την ευκαιρία και να μελετήσουν προσεκτικά την αγορά της ναυτιλίας και τις πολλές απαιτήσεις της. Θα πρέπει να αξιολογήσουν τι είδους λύσεις, θα μπορέσουν να δώσουν στα δύσκολα και πόσο συνεπείς θα είναι στις υπηρεσίες, που μπορούν να προσφέρουν. Κατά βάση, σχεδόν οτιδήποτε στη ναυτιλία δεν αρκείται σε μία τυπική διαδικασία, αλλά σε «tailor made» διαδικασίες για κάθε εταιρεία με μικρές ή μεγαλύτερες διαφοροποιήσεις, ανάλογα με τον αριθμό του στόλου, τον τύπο των πλοίων και τη φιλοσοφία διαχείρισης και συνεργασίας.
Οι Έλληνες πλοιοκτήτες όπως αποδεικνύεται αποφασίζουν σοφά και ενεργούν σωστά, γι’ αυτό και βρίσκονται στη κορυφή, διατηρώντας εδώ και χρόνια μία παγκόσμια πρωτιά. Οι επιχειρήσεις-μέλη του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιά, που ειδικεύονται στον εφοδιασμό, τη ναυπηγοεπισκευή και τις ναυτιλιακές υπηρεσίες οφείλουν να αναγνωρίσουν την εμπιστοσύνη των Ελλήνων πλοιοκτητών και να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις, να ενημερώνονται για τη τεχνολογική εξέλιξη και να ακολουθούν τη πρόοδο της ελληνικής ναυτιλίας, από τα γραφεία του Πειραιά, σε κάθε λιμάνι του κόσμου.
(*) Ο κ. Βασίλης Κορκίδης είναι πρόεδρος του ΕΒΕΠ