ΕΒΕΠ: Αντιαναπτυξιακές και οι δύο προτάσεις φορολογικών μέτρων
Δεν επιλύουν τον γρίφο της κρίσης χρέους…
Το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιά (ΕΒΕΠ) θεωρεί και τις δύο προτάσεις φορολογικών μέτρων, αντιαναπτυξιακές για την οικονομία και τιμωρητικές για την επιχειρηματικότητα. Και σε σημερινή του σνακοίνωση, αναφέρεται:
Το Ε.Β.Ε.Π., παρατηρώντας την ελληνική οικονομία και την επιχειρηματικότητα, τους πέντε πρώτους μήνες του έτους και τους τελευταίους τέσσερις μήνες των διαβουλεύσεων, δυστυχώς, διαπιστώνει ότι βρίσκονται σήμερα και πάλι στο σημείο μηδέν, καθώς, όπως διαφαίνεται, έως τώρα, τόσο οι θεσμοί, όσο και η ελληνική κυβέρνηση, με τα λιγότερο και περισσότερο επώδυνα φορολογικά μέτρα στα δύο πακέτα των προτάσεών τους, δεν έχουν άλλη δυνατότητα, να επιλύσουν το γρίφο της κρίσης χρέους και κατ’ επέκταση των αρνητικών επιπτώσεων στη χώρα μας, που κατά γενική ομολογία ενέτειναν οι μνημονιακές πολιτικές της προηγούμενης πενταετίας. Διαπιστώνεται μάλιστα από τη πρόσφατη συζήτηση των πολιτικών αρχηγών στη Βουλή, ότι η νέα λίστα των μέτρων, που απαιτούνται από τους θεσμούς για να κλείσει η συμφωνία, δεν είναι άλλη από αυτή της 5ης αξιολόγησης του μνημονιακού προγράμματος.
Ειδικότερα, η πρόταση των 47 σελίδων, που υπέβαλε η ελληνική κυβέρνηση στους δανειστές, με στόχο την είσπραξη επιπλέον 2,34 δις ευρώ τη διετία 2015- 2016, προβλέπει, μεταξύ άλλων, αλλαγές στους τρείς συντελεστές Φ.Π.Α. σε 6%, 11%, 23% για επιπλέον έσοδα 1 δις ευρώ, αύξηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης για τους φορολογούμενους με εισοδήματα άνω των 30.000 ευρώ, αύξηση του φόρου πολυτελούς διαβίωσης από 10% στο 13%, επιβολή φόρου στις τηλεοπτικές και διαδικτυακές διαφημίσεις, πρωτογενές πλεόνασμα 0,6% του Α.Ε.Π. για το 2015, 1,5% το 2016, 2,5% για το 2017 και 3,5% του Α.Ε.Π. το 2018. Επιπροσθέτως, προτείνεται έκτακτη εισφορά στις μεγάλες κερδοφόρες επιχειρήσεις, με συντελεστή 5% για καθαρά κέρδη από 5 έως 10 εκατ. ευρώ, 7% για κέρδη από 10 έως 25 εκατ. ευρώ, 10% για καθαρά κέρδη, άνω των 25 εκατ. ευρώ. Σημειωτέον, βεβαίως, ότι 180 επιχειρήσεις είχαν το 2013 κέρδη υψηλότερα των 5 εκατ. ευρώ, ενώ με βάση του ισολογισμούς, που έχουν μέχρι στιγμής καταρτιστεί, το 2014 οι επιχειρήσεις με αντίστοιχα κέρδη ανέρχονται σε μόλις 99. Η κυβέρνηση μπορεί να υποστηρίζει, ότι θα εισπράξει συνολικά, 1,1 δις ευρώ από πρόσθετους φόρους, όμως γνωρίζει, ότι η περαιτέρω επιβολή έκτακτων φόρων και τελών, θα οδηγήσει σε νέες περιπέτειες, όσες επιχειρήσεις έχουν απομείνει στον τόπο και υπομείνει τις διαρκείς φορολογικές υπερβολές των τελευταίων ετών.
Από την πλευρά τους, οι δανειστές προτείνουν, εκτός της εισφοράς 5% από το πρώτο ευρώ στα κέρδη των επιχειρήσεων, την αύξηση της προκαταβολής φόρου εισοδήματος από το 80% στο 100% για τις ανώνυμες εταιρείες και αύξηση της προκαταβολής φόρου εισοδήματος από το 55% στο 100% για όλες τις ατομικές επιχειρήσεις και τους ελεύθερους επαγγελματίες γεγονός, που σηματοδοτεί μία νέα, δυσβάσταχτη φορολογική επιβάρυνση. Επίσης, δύο συντελεστές, 11% για τρόφιμα, φάρμακα και ξενοδοχεία, και 23% για όλα τα υπόλοιπα αγαθά και υπηρεσίες, δηλαδή αυτομάτως αυξάνονται για παράδειγμα τα τιμολόγια ΔΕΚΟ, πλήττοντας κατά μείζονα λόγο, βιομηχανικές, εμπορικές, τουριστικές, μεταποιητικές επιχειρήσεις, αλλά και τα νοικοκυριά, οι συνέπειες σε βάρος των οποίων υπολογίζονται σε επιβαρύνσεις κατά 4,22% από την αύξηση των τιμών συγκεκριμένων αγαθών και υπηρεσιών. Ακόμη, προτείνεται η κατάργηση του ειδικού καθεστώτος μειωμένου συντελεστή Φ.Π.Α. στα νησιά του Αιγαίου, κατάργηση επιδόματος θέρμανσης για τα νοικοκυριά, κατάργηση Ε.Φ.Κ. πετρελαίου στους αγρότες, κατάργηση όλων των φοροελαφρύνσεων, τροποποίηση των ευνοϊκών ρυθμίσεων ληξιπρόθεσμων οφειλών και διατήρηση του ΕΝ.Φ.Ι.Α. ως έχει και το 2016. Δηλαδή, οι θεσμοί ζητούν πρόσθετα μέτρα 3 δις ευρώ, εκ των οποίων τα 1,8 δις ή 1% του Α.Ε.Π. από την αύξηση του Φ.Π.Α., για να μετουσιωθεί το προβλεπόμενο από αυτούς πρωτογενές έλλειμμα 0,66% του Α.Ε.Π. φέτος, σε πρωτογενές πλεόνασμα 1%. Εν κατακλείδι, οι προτάσεις και των δύο πλευρών θεωρούνται από το Ε.Β.Ε.Π. ως αντιαναπτυξιακές για την ελληνική οικονομία και τιμωρητικές για την επιχειρηματικότητα.
Συνοψίζοντας, ο πρόεδρος του Ε.Β.Ε.Π., Βασίλης Κορκίδης, επισημαίνει:
“Με τη βεβαιότητα του παρελθόντος, μπορούμε να ισχυριστούμε, ότι και οι δύο προτεινόμενες πολιτικές και τα φορολογικά μέτρα, που περιλαμβάνουν, θα βαθύνουν κι άλλο την ανεργία και τη φτώχεια, θα συρρικνώσουν τον όγκο και τον κύκλο εργασιών των επιχειρήσεων, οδηγώντας σε φυγή και λουκέτα περισσότερες εξ αυτών. Τόσο το φορολογικό πακέτο του οικονομικού επιτελείου της Κυβέρνησης, όσο και αυτό των θεσμών περιέχουν επώδυνα μέτρα, που θα μας απομακρύνουν ακόμα περισσότερο από την ανάπτυξη. Η συμφωνία-επίλυση, που έχει ανάγκη η Ελληνική οικονομία, απαιτεί στην παρούσα κατάσταση μία ρεαλιστικότερη προσέγγιση εκ μέρους των δανειστών μας, και αν όχι με κοινωνική και ανθρώπινη ευαισθησία, τουλάχιστον με μία πιο τολμηρή ευρωπαϊκή ενωτική αντιμετώπιση, αλλά και με διάθεση υπέρβασης για συνεννόηση με την ελληνική κυβέρνηση. Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι και αυτά να συμβούν στη συμφωνία του Ιουνίου, η ζημιά έχει ήδη γίνει στην πραγματική οικονομία και στη διεθνή αξιοπιστία μας. Θα χρειαστεί μάλιστα εύλογο χρονικό διάστημα για να βρει ξανά, η αγορά το βηματισμό της στο εσωτερικό και πολύ περισσότερο χρόνο και προσπάθεια στις συναλλαγές της στο εξωτερικό.
Η Ελλάδα, αντί του κειμένου των νέων φόρων σε 47 σελίδες, χρειάζεται να γράψει από μόνη της, σε αντίστοιχο αριθμό σελίδων, ένα εθνικό στρατηγικό σχέδιο ανάπτυξης, που θα αξιοποιεί τον πλουτοπαραγωγικό ιστό της Χώρας προς όφελος όλων μας. Ένα αναπτυξιακό σχέδιο, που θα απελευθερώσει και θα αναδείξει νέους ανθρώπους στην κοινωνία και ικανούς επιχειρηματίες στην οικονομία, που θα μπορούν επιτέλους να δουλέψουν σε ένα δίκαιο φορολογικά και σταθερό επιχειρηματικά περιβάλλον. Στο πλαίσιο μάλιστα της τελικής διαπραγμάτευσης, προτείνουμε στην ελληνική Κυβέρνηση σε συνεργασία με τους ελληνικούς και ευρωπαϊκούς θεσμούς να γράψει αυτό το κείμενο, με περιεχόμενο την ανάπτυξη και να υπογράψει τη δέσμευση, μέσα στην επόμενη διετία να το υλοποιήσει. Είναι βέβαιο ότι τα αποτελέσματα για την ελληνική οικονομία, την επιχειρηματικότητα, αλλά και τους δανειστές μας, θα είναι μακρά καλύτερα των τιμωρητικών φορολογικών μέτρων, τα οποία προς άλλη μία δυσάρεστη έκπληξη, φαίνεται να μην εξαντλούνται ποτέ. Τα πακέτα προτάσεων είναι το ένα χειρότερο από το άλλο, ενώ η “φορομανία”, που τα χαρακτηρίζει δεν θα αυξήσει τα δημόσια έσοδα, αλλά τις φορολογικές ληξιπρόθεσμες οφειλές. Ας όψεται η ανάγκη της συμφωνίας“.