Ανάλυση ΕΣΕΕ για το θέμα της αναγραφής του “Made in” για προϊόντα εντός της ΕΕ
Η επίσημη ελληνική θέση
Το τελευταίο διάστημα ασκείται πίεση σε διάφορα σημεία της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας σχετικά με τη σήμανση της προέλευσης των τροφίμων αλλά και των άλλων προϊόντων. Σε εθνικό επίπεδο και ιδιαίτερα στα τρόφιμα, η πίεση αυτή για την υποχρεωτική αναγραφή της χώρας προέλευσης θεωρείται μια απάντηση στην αγροτική κρίση. Οι απαιτήσεις για την εισαγωγή της υποχρεωτικής αναγραφής της χώρας προέλευσης έχει αποδειχθεί πως εξακολουθεί να παραμένει ένα αμφιλεγόμενο θέμα μεταξύ των χωρών της ΕΕ.
Ως εκ τούτου, η ΕΣΕΕ απέστειλε επιστολή σε όλους τους Έλληνες ευρωβουλευτές να διατυπώσουν τη γνώμη τους. Και ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Βασίλης Κορκίδης τοποθετήθηκε στη συζήτηση του δ.σ. της EuroCommerce (13/10), όπου έγινε σχετική ενημέρωση για τη θέση των ευρωπαϊκών φορέων στο ζήτημα της σήμανσης της χώρας προέλευσης στα διάφορα προϊόντα.
- Ισχύουσα νομοθεσία – κοινοτικές οδηγίες
Οι διάφορες διαπραγματεύσεις που έχουν γίνει στο παρελθόν σχετικά με τη νομοθεσία που αφορά στις πληροφορίες που αναγράφονται στα τρόφιμα είναι ενδεικτικές για τον διχασμό στις απόψεις μεταξύ των κρατών μελών αλλά και άλλων εμπλεκόμενων φορέων. Υπάρχει μια σειρά από τρόφιμα που υπόκεινται σε υποχρεωτική αναγραφή της χώρας προέλευσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, συμπεριλαμβανομένου του μελιού, των φρέσκων φρούτων και λαχανικών, των ψαριών, του ελαιολάδου, του κρασιού, των αυγών, των εισαγόμενων πουλερικών και αλκοολούχων ποτών. Η αναγραφή της χώρας προέλευσης έγινε υποχρεωτική για τα ανεπεξέργαστα προϊόντα από βόειο κρέας στον απόηχο της κρίσης της σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας των βοοειδών. Επιπλέον, η νομοθεσία για τις πληροφορίες που αναγράφονται στα τρόφιμα απαιτεί την επέκταση της επισήμανσης της χώρας προέλευσης σε μη επεξεργασμένα νωπά, διατηρημένα σε ψύξη ή κατεψυγμένα κρέατα από μια σειρά άλλων ζώων. Η αναγραφή της χώρας προέλευσης είναι επίσης υποχρεωτική, όταν μια αποτυχία στην παροχή των απαραίτητων για τα τρόφιμα πληροφοριών, θα μπορούσε να παραπλανήσει τους καταναλωτές. Η νομοθεσία για την αναγραφή πληροφοριών στα τρόφιμα επιτρέπει την επέκταση της υποχρεωτικής επισήμανσης της χώρας προέλευσης, μεταξύ άλλων και σε επεξεργασμένα τρόφιμα, αλλά η Επιτροπή έχει μέχρι στιγμής επιλέξει να μην το πράξει, επικαλούμενη το κόστος για τους υπεύθυνους των επιχειρήσεων τροφίμων και στοιχείων που αποδεικνύουν ότι οι καταναλωτές δεν θα ήταν διατεθειμένοι να πληρώσουν. Οι ευρωβουλευτές, ωστόσο, ζήτησαν την υποχρεωτική αναγραφή της χώρας προέλευσης, υποστηρίζοντας ότι κάτι τέτοιο θα συνέβαλε στην ενδυνάμωση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών στα προϊόντα διατροφής, καθιστώντας πιο διαφανή την εφοδιαστική αλυσίδα τροφίμων. Η Επιτροπή παραμένει αντίθετη, θεωρώντας ότι οι κανόνες εθελοντικής αναγραφής είναι επαρκείς.
- Θέση της EuroCommerce κ.ά. φορέων
Η EuroCommerce έχει μια παρόμοια με την Επιτροπή θέση: Η επέκταση της υποχρεωτικής αναγραφής της χώρας προέλευσης θεωρεί ότι θα προσέφερε πολύ μικρή ή καθόλου αξία στους καταναλωτές, επιβάλλοντας σημαντικά κόστη και υλικοτεχνικά βάρη στις επιχειρήσεις και θα περιέπλεκε περαιτέρω τις ετικέτες χωρίς να διασφαλίζεται η ασφάλεια των τροφίμων ή να αποτρέπεται η απάτη. Πιστεύει ότι η προαιρετική επισήμανση της προέλευσης έχει ήδη διαδοθεί σύμφωνα με τις αιτιάσεις των καταναλωτών και τη ζήτηση της αγοράς. Αυτό σημαίνει ότι ήδη οι παραγωγοί και οι έμποροι λιανικής πώλησης επισημαίνουν τη χώρα προέλευσης, όπου η διαφοροποίηση και η διασφάλιση της ποιότητας είναι σημαντική για τους καταναλωτές. Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν εθνικά μέτρα για θέματα που δεν εναρμονίζονται ειδικά από τη νομοθεσία για τις πληροφορίες στα τρόφιμα, υπό τον όρο ότι δεν εμποδίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, είναι σύμφωνα με τον κανονισμό και, όπου υπάρχει αποδεδειγμένη διασύνδεση ανάμεσα σε ορισμένες ποιότητες των τροφίμων και την καταγωγή τους. Θα πρέπει επίσης να αποδεικνύουν στην Επιτροπή ότι η πλειονότητα των καταναλωτών προσδίδει ιδιαίτερη αξία στις εν λόγω πληροφορίες. Εδώ και δύο χρόνια η Γαλλία δοκιμαστικά έχει επιβάλλει την υποχρεωτική αναγραφή της χώρας προέλευσης στο κρέας και τα γαλακτοκομικά προϊόντα που χρησιμοποιούνται στα μεταποιημένα τρόφιμα και η Επιτροπή έως τώρα δεν έχει αντιταχθεί. Άλλες χώρες έχουν προτείνει μέτρα για την αντιμετώπιση της κρίσης στο κρέας και τα γαλακτοκομικά προϊόντα, όπως η Ιταλία, η Πορτογαλία και η Λιθουανία, που έχουν κοινοποιήσει στην Επιτροπή. Οι διαφορετικές πολιτικές, όμως, μπορεί να θεωρηθούν ως προηγούμενο για τον κατακερματισμό της ενιαίας αγοράς για τα τρόφιμα και τα ποτά.
- Ιστορικό της σήμανσης
Υπάρχει ήδη εθνική εθελοντική σήμανση προέλευσης για τα εγχώρια και τα εισαγόμενα προϊόντα (π.χ. Made in EU ή «Made in Greece»), αλλά με σημαντικές διαφορές στην πράξη μεταξύ των κρατών μελών. Σε επίπεδο ΕΕ, δεν υπάρχει καμία απαίτηση σήμανσης προέλευσης για προϊόντα προέλευσης εντός ΕΕ. Το 2005, η Επιτροπή υπέβαλε πρόταση η οποία προέβλεπε την υποχρεωτική made-in ετικέτα για ορισμένα εισαγόμενα προϊόντα εκτός των τροφίμων, όπου κατασκευαστές εντός της ΕΕ αντιμετώπιζαν οικονομικά προβλήματα (π.χ. υφάσματα, ενδύματα, υποδήματα, δερμάτινα, και κεραμικά) και την εθελοντική σήμανση καταγωγής για άλλα εισαγόμενα εκτός ΕΕ προϊόντα. Η Επιτροπή απέσυρε την πρόταση, καθώς η πλειοψηφία των κρατών-μελών δεν την υποστήριξε. Το 2013 η Επιτροπή εισήγαγε μια άλλη πρόταση που προέβλεπε την εκτεταμένη υποχρεωτική επισήμανση σύμφωνα με την οδηγία για την ασφάλεια των προϊόντων η οποία, ωστόσο, σταμάτησε στο Συμβούλιο εξαιτίας της διαφωνίας των μελών. Η EuroCommerce έχει έως τώρα μια πάγια τοποθέτηση σ’ αυτό το ζήτημα, ότι δηλαδή η απαίτηση για την επισήμανση της χώρας προέλευσης και στις δυο προτάσεις μέτρων της Επιτροπής (2005 και 2013) θα αποτύγχαναν να λύσουν τα όποια πραγματικά προβλήματα υπάρχουν, ήταν προστατευτικές και θα είχαν σοβαρές συνέπειες για τους εισαγωγείς. Επίσης πολλοί υποστηρίζουν ότι το μέτρο αυτό δεν ήταν σχετικό με άλλα μέτρα που αποσκοπούν στην ασφάλεια των προϊόντων: οι ενδείξεις προέλευσης δεν παρέχουν καμία εγγύηση ασφάλειας, ούτε οι επιχειρήσεις ήθελαν τέτοιες ενδείξεις προέλευσης και έτσι το μέτρο της εθελοντικής αναγραφής είναι επαρκές για την αντιμετώπιση των αναγκών των καταναλωτών, αλλά και για την κάλυψη των σκοπών marketing.
- Σχόλια και παρατηρήσεις
Το διοικητικό συμβούλιο της EuroCommerce καλείται να επανεξετάσει μέχρι τον Δεκέμβριο κατά πόσον υπάρχει ανάγκη να αναθεωρήσει τη θέση αυτή όσον αφορά στην σήμανση των τροφίμων και των εκτός τροφίμων προϊόντων και αν τα προηγούμενα επιχειρήματα εξακολουθούν να ισχύουν. Οι εκπρόσωποι της Ελλάδας (ΕΣΕΕ) και της Ιταλίας (Confcommercio) στο ΔΣ διατηρούν τις επιφυλάξεις τους. Τον περασμένο Μάιο οι ευρωβουλευτές επανέλαβαν το αίτημά τους για την υποχρεωτική αναγραφή της χώρας προέλευσης του κρέατος και του γάλακτος. «Η υποχρεωτική επισήμανση θα βοηθήσει στη διατήρηση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών στα προϊόντα διατροφής, καθιστώντας πιο διαφανή την αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων», αναφέρει το γνωμοδοτικό μη νομοθετικό ψήφισμα. Όπως τόνισαν οι ευρωβουλευτές, η επισήμανση της χώρας ή του τόπου προέλευσης πρέπει να καταστεί υποχρεωτική για όλα τα είδη γάλακτος, γαλακτοκομικών προϊόντων και προϊόντων με βάση το κρέας, προσθέτοντας ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να εξετάσουν το ενδεχόμενο επέκτασης της επισήμανσης και σε άλλα τρόφιμα που αποτελούνται από ένα μόνο συστατικό ή έχουν ένα κύριο συστατικό. Για την καλύτερη ενημέρωση των καταναλωτών της ΕΕ, στον απόηχο του σκανδάλου με το κρέας αλόγου και άλλων περιπτώσεων απάτης στα τρόφιμα και για τη ενίσχυση της διαφάνειας σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων, η επισήμανση της χώρας προέλευσης θα πρέπει επίσης να καταστεί υποχρεωτική και για το κρέας στα επεξεργασμένα τρόφιμα. Άλλωστε, υπάρχει ήδη το «καλό παράδειγμα» της Ιρλανδίας, όπου το επιχείρημα του κόστους δεν πείθει. Στην Ιρλανδία, όπου υπάρχει σήμανση για τη χώρα προέλευσης του κρέατος τόσο οι παραγωγοί, όσο και οι λιανοπωλητές, επικροτούν το μέτρο. Επομένως, η αναγραφή μπορεί να είναι ωφέλιμη για το εμπόριο μιας ευρωπαϊκής χώρας.
- Επισημάνσεις – Ψήφισμα ευρωβουλευτών
Το μη νομοθετικό ψήφισμα υιοθετήθηκε με 422 ψήφους υπέρ, 159 κατά και 68 αποχές. Η πλειοψηφία των Ευρωβουλευτών επικαλέστηκε την έρευνα του Ευρωβαρόμετρου για το 2014, όπου:
− το 84% των πολιτών της ΕΕ θεωρεί ότι είναι απαραίτητη η αναγραφή της προέλευσης του γάλακτος,
− το 88% θεωρεί απαραίτητη την επισήμανση προέλευσης του κρέατος (πέραν του βοδινού, χοίρινου, αιγοπρόβειου και των πουλερικών για τα οποία υπάρχει ήδη η υποχρέωση αναγραφής της χώρας προέλευσης),
− περισσότερο από το 90% θεωρεί σημαντική και την επισήμανση στα επεξεργασμένα τρόφιμα.
Στο ψήφισμα επίσης τονίζεται ότι στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής διαπιστώθηκε ότι το κόστος της υποχρεωτικής επισήμανσης της χώρας προέλευσης για τα κρέατα θα είναι σχετικά μικρό. Σύμφωνα με έρευνα της Κομισιόν, η υποχρεωτική αναγραφή προέλευσης θα προκαλούσε επιπλέον κόστος τουλάχιστον 15-20% στους ευρωπαίους παραγωγούς και αυτό το κόστος προφανώς θα μετακυλιόταν στον καταναλωτή. Ως εναλλακτική λύση για λόγους κόστους προτείνεται είτε η εθελοντική σήμανση είτε μία ειδική ετικέτα για προϊόντα με προέλευση εκτός ΕΕ. Ωστόσο τα επιχειρήματα αυτά δεν ευσταθούν για την υποχρεωτική αναγραφή στο κρέας, ούτε είναι τα ίδια με αυτά που είχαν επικαλεστεί παλαιότερα για να μην καθιερωθεί η αναγραφή στα αυγά ή στα λαχανικά. Στην πραγματικότητα συμβαίνει το αντίθετο: με την υποχρεωτική αναγραφή βοηθάει κανείς τους αγρότες και κυρίως τους μικρούς παραγωγούς στην περιφέρεια της ΕΕ που είναι άλλωστε και η διεθνής τάση στην αγορά τροφίμων. Η πλειοψηφία των ευρωβουλευτών συμμερίζεται την άποψη αυτή και επιμένει σε υποχρεωτική αναγραφή για τρεις κατηγορίες- το κρέας, τα γαλακτοκομικά προϊόντα και τα επεξεργασμένα τρόφιμα- που εκπροσωπούν πάνω από το 50% της παραγωγής τροφίμων στην ΕΕ.
- Η επίσημη ελληνική θέση για το “Origin Labeling”
Η εξέλιξη σχετικά με το γνωμοδοτικό ψήφισμα των Ευρωβουλευτών χαιρετίζεται από το Ελληνικό Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, το οποίο στη διάρκεια των πρόσφατων συμβουλίων των Ευρωπαίων υπουργών Γεωργίας είχε επιμείνει στην υποχρεωτική αναγραφή της χώρας προέλευσης του γάλακτος. Ιδιαίτερα, όσον αφορά σε πολλά Ελληνικά προϊόντα, πέρα από τα ΠΟΠ (Πιστοποιημένης Ονομασίας Προέλευσης), ΠΓΕ (Πιστοποιημένη Γεωγραφική Ένδειξη), είναι αναγκαία η επισήμανση της χώρας προέλευσης, καθώς παράγονται με συγκεκριμένες προδιαγραφές αλλά δεν έχουν τύχει ακόμη των παραπάνω χαρακτηρισμών. Επίσης, σημαντικό είναι να αναφερθεί ότι τα ΠΟΠ και ΠΓΕ προϊόντα προστατεύονται στο έδαφος της ΕΕ, αλλά όχι σε χώρες εκτός της Ένωσης. Σχετικά με τις εμπορικές συμφωνίες της ΕΕ με τρίτες χώρες, το ΥΠΑΑΤ υποστηρίζει τη χρησιμότητα διερεύνησης του διεθνούς εμπορίου, με την προϋπόθεση ότι οι συμφωνίες αυτές θα πρέπει να διέπονται από την αρχή της αμοιβαιότητας και της αναλογικότητας, προκειμένου να μη ζημιώνονται οι Ευρωπαίοι αγρότες, να προστατεύονται οι ευαίσθητοι τομείς και τα προϊόντα του κάθε κράτους- μέλους και να γίνονται σεβαστές από τους εμπορικούς εταίρους της ΕΕ οι γεωγραφικές ενδείξεις, που η ίδια έχει κατοχυρώσει. Τα κατοχυρωμένα ευρωπαϊκά σήματα για την προέλευση και την ποιότητα των προϊόντων αυξάνουν την προστιθέμενη αξία τους, όπως και την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής γεωργίας. Το 2014 ύστερα από συζητήσεις επί συζητήσεων και διαγωνισμούς επί διαγωνισμών το Υπουργείο Ανάπτυξης ανακοίνωσε την υπογραφή απόφασης για τη δημιουργία του «Ελληνικού Σήματος» το οποίο μπορούν να φέρουν προϊόντα που παράγονται στην Ελλάδα και πληρούν συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Επιχειρείται δε, η κατοχύρωση του «Ελληνικού Σήματος» διεθνώς και για το λόγο αυτό το υπουργείο Ανάπτυξης έχει καταθέσει σχετικό φάκελο στον Παγκόσμιο Οργανισμό Πνευματικής Ιδιοκτησίας (WIPO).